Ιστορική αναδρομή
Ετυμολογικά, ο «ρατσισμός» προέρχεται από την ισπανική λέξη raza από την πορτογαλική raca που χρονολογούνται από το 13ο αιώνα. Και στις δύο αυτές γλώσσες η λέξη σχηματίσθηκε από τα αραβικά, στα οποία ras σημαίνει κεφάλι.
Οι Άραβες παλιά ήταν νομάδες και χωρισμένοι σε διαφορετικές φυλές. Στο πλαίσιο της φυλής του, ο καθένας έδινε μεγάλη σημασία στη γνώση-επίγνωση της γενεαλογικής του καταγωγής βάση της οποία αποκτούσε και διατηρούσε προνόμιακαι υποχρεώσεις.
Η καταγωγή, δηλαδή, προσδιόριζε την κοινωνική θέση του καθενός. Η γνώση όμως της καταγωγής μεταβιβαζόταν προφορικά, από στόμα σε στόμα. Έτσι ο καθένας φρόντιζε να τη συγκρατεί στη μνήμη του, να την έχει μέσα στο «κεφάλι» του.
Με το αρχικό αυτό νόημα της φυλετικής και κοινωνικής καταγωγής, η λέξη «ράτσα» πέρασε και σε άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες.
Από το 16ο αιώνα χρησιμοποιούνται στα αγγλικά και τα γαλλικά για να σημάνει: προέλευση, καταγωγή και ταξινόμηση.
Περί τα τέλη του 18ου αιώνα αναπτύχθηκε η επιστήμη της φυσικής ανθρωπολογίας. Με περίπλοκες μετρήσεις, επιστήμονες της εποχής εκείνης προσπάθησαν να προσδιορίσουν την εξέλιξη του ανθρώπινου είδους και να το ομαδοποιήσουν με βάση ορισμένα βιολογικά χαρακτηριστικά (χρώμα δέρματος, μαλλιών, σωματότυποι, μορφολογικά χαρακτηριστικά, κλπ).
Στα μέσα του 19ου αιώνα, η σοβαρή αυτή επιστημονική προσπάθεια παραφθάρθηκε από το έργο του Γάλλου βιολόγου Gobineau, o οποίος πρότεινε το μύθο της «Άριας Φυλής-Ράτσας».
Το «άρια» προέρχεται από τη σανσκριτική λέξη Aryan, που σήμαινε «ευγενής».
Ο όρος αυτός χρησιμοποιούνταν ευρέως από τις αρχές του 19ου αιώνα στην επιστήμη της συγκριτικής γλωσσολογίας. Ο Gobineau όμως μετατόπισε τη χρήση του όρου από τη γλωσσολογία στη φυσιολογία. Έτσι, από την ταξινομική περιγραφή των «ευγενών» γλωσσών, η ανάλυση μετατοπίσθηκε στο επίπεδο της φυλετικής ανωτερότητας, εγκαινιάζοντας ένα ρεύμα ιδεών που είναι γνωστό ως «κοινωνικός δαρβινισμός»:
η εξέλιξη μέσω του ανταγωνισμού ανάμεσα στα διάφορα είδη, που για τον Δαρβίνο είχε καθαρά βιολογικό χαρακτήρα, στο έργο του Gobineau μετετράπη σε ανταγωνισμό εντός ενός είδους, του ανθρώπου. Υποτίθεται ότι η καλύτερη και καθαρότερη ανθρώπινη ράτσα θα επικρατήσει όλων των άλλων.
Είναι σαφές ότι το πέρασμα από τη βιολογική σημασία στη σημασία της «ράτσας» γίνεται με την οικοδόμηση του ως τρόπου σκέψης. Είναι, δηλαδή, αυτός που ορίζει και επινοεί τη «ράτσα» και όχι το αντίστροφο.
Οι απαρχές του ρατσισμού βρίσκονται στο 16ο αιώνα, όταν ο Δυτικός κόσμος με τους κατακτητικούς πολέμους υποδούλωσε ή εξολόθρευσε τους αυτόχθονες, της Αμερικής, τους μαύρους της Αφρικής, τους Αραβικούς και Ασιατικούς πληθυσμούς νομιμοποιώντας με τον πρωτοεμφανιζόμενο ρατσισμό τη λευκή ή ευρωπαϊκή κυριαρχία στους έγχρωμους λαούς.
Στη διάρκεια του 20ου αιώνα οι εκρήξεις ρατσιστικής βίας σε Ευρώπη, ΗΠΑ και Ν. Αφρική ήταν αλλεπάλληλες με πολλά θύματα. Ωστόσο η Ελλάδα, λόγω των ιστορικών συνθηκών, δε συμμετείχε σε αυτήν την ιστορική πορεία. Τώρα όμως, που και η ίδια αποτελεί χώρα υποδοχής μεταναστών.......
Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα βίαιης ρατσιστικής συμπεριφοράς αποτελεί η δράση της Κουκ Κλουξ Κλαν, μιας μυστικής, αμερικανικής οργάνωσης που ιδρύθηκε το 1865 μετά τον εμφύλιο πόλεμο. Ήταν υπέρ των φυλετικών διακρίσεων. Τα μέλη της φορούσαν άσπρους μανδύες με κουκούλα στο κεφάλι.
Μετά τον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο η οργάνωση είχε 1.000.000 μέλη. Η δραστηριότητά της δεν περιοριζόταν μόνο κατά των μαύρων αλλά και εναντίον των Εβραίων, των καθολικών, των Ιαπώνων και των Κομμουνιστών.
Άρχισε ένα βράδυ, αρχές του καλοκαιριού του 1866, στο Πουλάσκι (Τέννεση) μέσα στην καρδιά του Νότου των Ηνωμένων Πολιτειών, που έξι μυστηριώδεις φιγούρες μαστιγώνουν ένα νέγρο, πρώην δούλο που απέκτησε την ελευθερία του ήτον ιδιοκτήτη ενός μικρού καταστήματος στο Πουλάσκι, έχοντας πλάι στην ταμπέλα του καταστήματός τους, την επιγραφή “Equal Rights”.
Με την πάροδο του χρόνου έγινε μια από τις πιο ισχυρές μυστικές οργανώσεις στην αμερικάνικη ιστορία, που συνεχίζει τη «δράση» της έως και σήμερα.
Αίτια – Συνέπειες
του ρατσισμού
Τα βασικά αίτια της εμφάνισης του ρατσισμού μπορούν να συνοψιστούν ως εξής:
α) Η αύξηση της ανεργίας δημιουργεί εχθρότητα ενός τμήματος του πληθυσμού προς τους μετανάστες θεωρώντας τους υπεύθυνους για τα προβλήματά τους.
β) Στις μέρες μας υπάρχει έλλειμμα «κοινής λογικής» και ταυτόχρονα εδώ και χρόνια διανύουμε μια περίοδο κρίσης αξιών. Τα φαινόμενα αυτά τροφοδοτούν τα κινήματα.
γ) Ο πολιτικός κόσμος παρουσιάζει ανησυχητικά φαινόμενα διαφθοράς και αναποτελεσματικότητας. Κάποιοι πολιτικοί οδηγούν ένα τμήμα του πληθυσμού να ψηφίζει σε «ένδειξη διαμαρτυρίας» υπέρ ρατσιστικών ή κρυπτορατσιστικών κινημάτων.
δ) Η έλλειψη σωστής και ολοκληρωμένης ιστορικής πληροφόρησης μεγάλων τμημάτων της νεολαίας γύρω από τα θέματα αυτά συμβάλλει στο να να αναπτύσσονται οι απόψεις αυτών των κινημάτων. .
Πολλά μάλιστα κινήματα προσπαθούν, με βίαια πολλές φορές μέσα, να προωθήσουν και να επιβάλλουν τις θέσεις τους στην κοινωνίας. Μέσω αυτών δημιουργείται έλλειψη σεβασμού προς τον «βάρβαρο» άνθρωπο (μετανάστη, αλλοδαπό, αλλόθρησκο, ομοφυλόφιλο)
ε) Οικονομικοί λόγοι (π.χ. εκμετάλλευση ατόμων που αποτελούν φθηνά εργατικά χέρια).
στ) Επιθυμία ατόμων και λαών για απόκτηση δύναμης και εξουσίας (οικονομικά, εδαφικά, πολιτικά συμφέροντα)
ζ) Βαθμός επιρροής των θρησκευτικών δοξασιών
η)Ηθική εξαχρείωση. Οι άνθρωποι υιοθετούν ρατσιστικές αντιλήψεις προκειμένου να εκμεταλλευτούν τον συνάνθρωπό τους
θ) Κοινωνική διαστρωμάτωση. Ανισότητα στην παροχή ευκαιριών. Η κοινωνική ισότητα είναι περισσότερο θεωρία παρά πρακτική.
ι) Προκαταλήψεις που δημιουργούνται από την οικογένεια, την παράδοση, το περιεχόμενο των σπουδών του οικονομικού μας συστήματος.
κ) Εθνικιστικά αίτια (οι μικροί λαοί φοβούνται την αφομοίωσή τους από τους μεγάλους και ισχυρούς και χρησιμοποιούν τον εθνικισμό ως ασπίδα διασφάλισης της ταυτότητά τους).
Αυτά τα φαινόμενα
έχουν ως συνέπειες:
Την Οικονομική εκμετάλλευση ατόμων και λαών
Την περιθωριοποίηση ατόμων και ομάδων, παρεμποδίζοντας τη δημιουργική τους συμμετοχή στην κοινωνία και την εξέλιξη τόσο των ίδιων όσο και της κοινωνίας.
Την αύξηση του εθνικισμού που μπορεί να οδηγήσει σε βία ή και πολεμικές συγκρούσεις
Την επικρότηση του φόβου ανάμεσα στους ανθρώπους, οπότε και δημιουργείται κοινωνική δυσλειτουργία, καθώς τα άτομα μιας κοινωνίας δεν συνεργάζονται μεταξύ τους αρμονικά.
Στον κοινωνικό χώρο, έχει προκαλέσει ακόμη μεγαλύτερη ζημιά από τη χρήση της με το να την χρησιμοποιούν για να κάνουν πλύση εγκεφάλου στις ευαίσθητες παιδικές ηλικίες και τους νέους φοιτητές, και να διδάξουν τους ανθρώπους να μισούν το έθνος τους, τις πολιτιστικές παραδόσεις τους, και το χειρότερο απ’ όλα, τον ίδιο τους τον εαυτό.
Αυτό που εκπληκτικά παραμένει σχεδόν ολοκληρωτικά έξω από κάθε συζήτηση, ακόμα και στο σκληρό πυρήνα της παραδοσιακής Δεξιάς, είναι η προέλευση της λέξης.
Μήπως προέρχονται από κάποιον φιλελεύθερο κοινωνιολόγο; Κάποιον Μαρξιστή καθηγητή Πανεπιστημίου του 60; Ίσως κάποιον πολιτικό του Δημοκρατικού κόμματος; Όχι.
Αποδεικνύεται ότι η λέξη δεν επινοήθηκε από κανέναν άλλον, παρά από έναν από τους κύριους αρχιτέκτονες του 74χρόνου Σοβιετικού εφιάλτη, του ιδρυτή και πρώτου ηγέτη του περίφημου Κόκκινου Στρατού, τον Λέον Τρότσκι.
Ο Leon Trotsky ήταν Εβραίος που γεννήθηκε στο μικρό χωριό Γιάνοφκα της Ουκρανίας, στις 7 Νοεμβρίου 1879. Το πραγματικό του όνομα ήταν Lev Davidovich Bronstein. Μετά τη διαγραφή του από το Κομμουνιστικό Κόμμα, εξορίστηκε από την Σοβιετική Ένωση και τελικά δολοφονήθηκε στο Μεξικό από τον Σοβιετικό πράκτορα Ραμόν Μερσάντερ).
Ρίξε μια ματιά σε αυτό το έγγραφο, εάν μπορείς…
Славянофильство, мессианизм отсталости, строило свою философию на том, что русский народ и его церковь насквозь демократичны, а официальная Россия -- это немецкая бюрократия, насажденная Петром. Маркс заметил по этому поводу: "Ведь точно так же и тевтонские ослы сваливают деспотизм Фридриха II и т. д. на французов, как будто отсталые рабы не нуждаются всегда в цивилизованных рабах, чтобы пройти нужную выучку". Это краткое замечание исчерпывает до дна не только старую философию славянофилов, но и новейшие откровения "расистов".
Πρόκειται για το έργο του 1930 του Λέον Τρότσκι, «Η Ιστορία της Ρωσικής Επανάστασης», από όπου είναι το παραπάνω απόσπασμα. Η τελευταία λέξη σε αυτό το χωρίο είναι "расистов," που αν το μεταφέρουμε στην λατινική γραφή είναι "racistov" δηλαδή, "ρατσιστές". Στο έργο αυτό βλέπουμε για πρώτη φορά στην ιστορία να εμφανίζεται η συγκεκριμένη λέξη.
Οι πιο δύσπιστοι μπορούν να το ελέγξουν στο Διαδίκτυο, στην τοπική τους βιβλιοθήκη, καθώς και σε πολυάριθμα βιβλία που παρατάσσονται κατά μήκος των ραφιών εκεί, αλλά δεν πρόκειται ποτέ να βρουν να χρησιμοποιείται νωρίτερα η λέξη «ρατσιστής», πριν από τον Τρότσκι που την χρησιμοποιεί εδώ.
Έτσι, το επόμενο λογικό ερώτημα είναι ποιος ήταν ο σκοπός του Λέον Τρότσκι στο να επινοήσει αυτή τη λέξη; Για να το μάθουμε, ας ρίξουμε μια ματιά σε μια μετάφραση της παραγράφου που είδαμε πριν.
"Η ‘Σλαβοφιλία’ (Slavophilism), ο μεσσιανισμός της καθυστέρησης, βασίζει τη φιλοσοφία της στην υπόθεση ότι ο ρωσικός λαός και η εκκλησία τους, είναι ολωσδιόλου δημοκρατικοί, ενώ η Ρωσία είναι η επίσημη γερμανική γραφειοκρατία που τους έχει επιβληθεί από το Μεγάλο Πέτρο.
Ο Μαρξ σχολίασε πάνω σε αυτό το θέμα:" Με τον ίδιο τρόπο οι Τεύτονες "ηλίθιοι" κατηγόρησαν τον δεσποτισμό του Φρειδερίκου του Β’ στους Γάλλους, σαν οι καθυστερημένοι σκλάβοι να μην είχαν πάντα ανάγκη τους πολιτισμένους σκλάβους να τους εκπαιδεύσουν.
"Αυτό το σύντομο σχόλιο αποτελειώνει εντελώς όχι μόνο την παλιά φιλοσοφία των Σλαβόφιλων, αλλά επίσης, και τις τελευταίες αποκαλύψεις των «ρατσιστών». "
Οι ‘Σλαβόφιλοι’ στους οποίους αναφέρεται ο Τρότσκι, υπήρξαν ιστορικά μια ομάδα Σλάβων παραδοσιοκρατικών που εκτιμούσαν ιδιαιτέρως τον αυτόχθονα πολιτισμό και τον τρόπο ζωής τους, και ήθελαν να τον προστατεύσουν.
Ο Τρότσκι από την άλλη τους έβλεπε, όπως και άλλους σαν κι αυτούς, ως ένα εμπόδιο στα διεθνιστικά κομμουνιστικά σχέδιά του για τον κόσμο.
Αυτός ο άνθρωπος δεν νοιάζονταν ούτε στο ελάχιστο για τους Σλάβους Ρώσους του οποίους, υποτίθεται υπηρετούσε. Για αυτόν, οι ‘Σλαβόφιλοι’, δηλαδή οι Σλάβοι που διέπραξαν το «έγκλημα» να αγαπάνε το λαό τους και να προσπαθούν να προστατεύσουν τη δική τους παράδοση, ήταν απλά "καθυστερημένοι", και άλλοι σαν και αυτούς ήταν απλά "ρατσιστές".
Η πραγματικότητα της προέλευσης της λέξης είναι στην πραγματικότητα μια κραυγή από την αριστερή-φιλελεύθερη εκδοχή της ιστορίας: ότι η λέξη επινοήθηκε για ‘καλό σκοπό’ για τον εντοπισμό ανθρώπων που είναι προκατειλημμένοι εναντίον ορισμένων φυλετικών ομάδων και ως σύνθημα για τους καλούς Φιλελεύθερους που θέλουν να προστατεύσουν τις φυλετικές μειονότητες από τους φανατικούς.
Αντίθετα, η πραγματική έννοια πίσω από τη λέξη – ότι οι εθνοκεντρικοί «καθυστερημένοι» πρέπει να αφήσουν την θέση τους για τους "φωτισμένους" διεθνιστές - συχνά χρησιμοποιήθηκε από τον Κομισάριο του Στρατού και του Ναυτικού, Τρότσκι ως σύνθημα για τους καλούς κομμουνιστές του Κόκκινου Στρατού να ξεκινήσουν δολοφονικές επιδρομές εναντίον των λαών που αντιστέκονταν θέλοντας να προστατεύσουν τον παραδοσιακό τρόπο ζωής τους από το να αντικατασταθεί με έναν ξένο σύστημα.
Κάνοντας ένα άλμα στην σημερινή πραγματικότητα, θα δούμε ότι οι μόνες αλλαγές στη λέξη και τη βασική ιδέα της από το 1930, είναι ότι οι στόχοι της λέξης έχουν επεκταθεί από μόνο τους Σλάβους οι οποίοι δεν θα υποτάσσονταν στο μαρξιστικό διεθνιστικό σχέδιο να ξεριζώσουν και να καταστρέψουν τον πολιτισμό τους και τον παραδοσιακό τρόπο ζωής, σε όλους τους λευκούς ανθρώπους, Σλάβους ή όχι, οι οποίοι δεν υποτάσσονται στο ίδιο άθλιο μαρξιστικό σχέδιο.
Επίσης, εκείνοι οι οποίοι εξοπλίζονται με τη λέξη αυτή έχουν επεκταθεί από μια χούφτα κομμουνιστές σε ολόκληρο το φιλελεύθερο και νεοσυντηρητικό κατεστημένο, σε όλα τα έθνη σε όλο τον κόσμο.
Ο Λέον Τρότσκι, αφού βοήθησε Λένιν στη δημιουργία της Σοβιετικής δολοφονικής μηχανής στην οποία ο ίδιος και ο Τρότσκι σκότωσαν 1 έως 4 εκατομμύρια άτομα, βγήκε από την εξουσία και εκδιώχθηκε από τη Σοβιετική Ένωση το 1929, αφού έχασε τη μάχη για την εξουσία για να γίνει διάδοχος του Λένιν από τον Ιωσήφ Στάλιν.
Ωστόσο, πριν ξεθωριάσει μέσα στις σελίδες της ιστορίας, ο Λέον Τρότσκι, θα έκανε ένα τελευταίο πράγμα, το 1930, που θα προκαλούσε αναμφισβήτητα μεγαλύτερη ζημιά στη Δύση από τον Στάλιν και ολόκληρο το σοβιετικό πυρηνικό οπλοστάσιο των διαδόχων του.
Εφηύρε μια λέξη που κυριολεκτικά θα έδινε δύναμη σε κάθε λογής εαυτοφοβική και εθνοπροδοτική φωνή μέσα στη Δύση για τον να επανακαθορίσει τους ανθρώπους που θέλουν να μείνουν πιστοί στο λαό τους, τις πολιτιστικές παραδόσεις τους και τον τρόπο ζωής ως τους «χειρότερους ανθρώπους», και μέσω της προπαγάνδας να επηρεάσουν την κυβέρνηση, το εκπαιδευτικό σύστημα, και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και σχεδόν τον κάθε ένα γύρω τους.
Θα πρέπει να απεικονίζεται ο λευκός άνδρας ως ο μοναδικός δράστης κάθε γενοκτονίας και δουλείας στον κόσμο, και αυτό θα πρέπει να συνεχίζεται μέχρι η Δύση να υποταχθεί στην τροτσκιστική διεθνιστική ατζέντα, χωρίς να προβάλει την παραμικρή αντίσταση.
Μπορούμε να δούμε τα αποτελέσματα αυτής της πρακτικής τώρα, με τα φυλετικά διπλά μέτρα και σταθμά που δημιουργήθηκαν εδώ στην Αμερική (σε βάρος των λευκών Αμερικάνων, φυσικά), με τη δημιουργία των «ρατσιστικών» εγκλημάτων και των εγκλημάτων «μίσους» στην Ευρώπη (με στόχο μόνο τον γηγενή πληθυσμό, φυσικά), με την καναδική και την αυστραλιανή κυβέρνηση να έχουν εφαρμόσει την «πολυπολιτισμικότητα» ως την επίσημη κρατική πολιτική (σε βάρος των γηγενών πολιτών), και πάνω απ’ όλα, με το τεράστιο κύμα τριτοκοσμικών μεταναστών στη Δύση, που υποστηρίζεται από όλες τις δυτικές κυβερνήσεις, κάτι που μεταβάλλει ριζικά τη σύνθεση και τον πολιτισμό των χωρών αυτών, και απειλεί τον αρχικό τους πληθυσμό, μετατρέποντάς τους σε μειοψηφία μέσα στη ίδια τους τη χώρα.
Κι όλα αυτά μέσα σε μόλις λίγες δεκαετίες.
Η λέξη «ρατσισμός» χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1933 από τον Magnus Hirschfeld, ένα Γερμανό, εβραϊκής καταγωγής, ομοφυλόφιλο μαρξιστή και ιδρυτή του Institut für Sexualwissenschaft (Ινστιτούτο Ερευνών για την Σεξουαλικότητα) στο Βερολίνο.
Το ίδρυμα ήταν μέρος της Σχολής της Φρανκφούρτης που είχε ως πρότυπο το Ινστιτούτο Μαρξ- Ένγκελς της Μόσχας.
Το βιβλίο με το ίδιο όνομα (‘Ρατσισμός’) δημοσιεύθηκε το 1933 στα γερμανικά και αργότερα μεταφράστηκε στα αγγλικά το 1938 από τους μαρξιστές / κομμουνιστές φίλους του Hirschfeld, (Maurice Eden Paul και Cedar Paul).
Σήμερα ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια που έχουν σπείρει στη ζωή του Έλληνα οι επιστάτες της πολιτικής είναι το καταχώνιασμα των αληθινών αξιών της ράτσας μας κάτω από τα συντρίμμια της εφήμερης επιβίωσης.
Μια επιβίωση που έχει όλα τα χαρακτηριστικά της χρεοκοπίας αφού τα ανταλλάγματα που ζητάει είναι πολλά και δυσβάσταχτα. Αλλά η μεγαλύτερη απώλεια για έναν λαό είναι αυτή της ελευθερίας που γίνεται μεγαλύτερη όταν αυτή τελεστεί εν καιρώ ειρήνης.
Αν στον καιρό της ειρήνης ένας λαός δεν μπορεί να διαχειριστεί την χώρα και τα υπάρχοντά του, αν δεχτεί το ψέμα για αλήθεια και το παράλογο για λογικό, αυτό θα πει πως έχει βάλει άλλες προτεραιότητες στη ζωή του.
Προτεραιότητες κατώτερες που έχουν υποβιβάσει το αίσθημα της αυτοκυριαρχίας βάζοντας σε κίνδυνο το μέλλον του Έθνους και των παιδιών του.
Αυτό έχει πάθει η Ελλάς που αντί να είναι χώρα δυνατή και αυτάρκης, έχει δώσει εξουσιοδότηση να αλώσουν την πατρίδα , βαφτίζοντας τις όποιες αντιδράσεις και την λαϊκή απέχθεια στο πολιτικό σύστημα ως <<εχθρικά ρατσιστική>> συμπεριφορά προς τη δημοκρατία!
Επάνω όμως από τη δημοκρατία λοιπόν και τα ακριβά της βίτσια,για τον Ελληνισμό , βρίσκεται η ελευθερία του λαού και της πατρίδος.
Έτσι δικαιολογούνται οι φορείς ακραίων λύσεων απέναντι στα ακραία προβλήματα που θέτουν οι εχθροί της Δημοκρατίας .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου