Δυνάμεις του 3/40 Συντάγματος Ευζώνων και του 16ου Συντάγματος Πεζικού του Εθνικού Δημοκρατικού Ελληνικού Συνδέσμου (ΕΔΕΣ), υπό τη διοίκηση του Συνταγματάρχη Βασιλείου Καμάρα, επιτίθενται εναντίον Γερμανών και των συνεργατών τους αλβανοτσάμηδων που έχουν οχυρωθεί στο χωριό Μενίνα (254 άνδρες), και τους εξουδετερώνουν μετά από διήμερο αγώνα.
Οι απώλειες των Γερμανών είναι 87 νεκροί και 109 αιχμάλωτοι, ενώ των ανταρτών 25 νεκροί και 40 τραυματίες.
Η συγκεκριμένη μάχη κατά των Γερμανών και των αλβανοτσάμηδων είναι απο τα μεγαλύτερα σαμποτάζ-επιτυχίες των Βαλκανίων μετά απο αυτό του Γοργοποτάμου.
Στις αρχές Αυγούστου 1944 το ΣΜΑ (Στρατηγείο Μέσης Ανατολής) διέταξε τον Ναπολέοντα Ζέρβα να επιχειρήσει την εξόντωση της γερμανικής φρουράς στην τοποθεσία Μενίνα (Νεραϊδα),από την οποία ελεγχόταν η οδός Ηγουμενίτσας-Ιωαννίνων.
Η Μενίνα απέχει 20χλμ από την Ηγουμενίτσα. Η φρουρά ήταν στεγασμένη σε οχυρωμένο κτήριο,πραγματικό φρούριο,απαρτιζόνταν απο 250 Γερμανούς,100 Αλβανοτσάμηδες και διέθετε ισχυρότατο οπλισμό (αυτόματα τουφέκια,όλμους και αντιαρματικά πυροβόλα).
Την επιχείρηση ανέλαβε η 10η Μεραρχία του ΕΔΕΣ-ΕΟΕΑ,η οποία δρούσε στον νομό Θεσπρωτίας. Διοικητής της ήταν ο Συνταγματάρχης Βασίλειος Καϊμαράς. Η επίθεση των Ελλήνων ανταρτών ξεκίνησε τις πρώτες πρωινές ώρες της 17ης Αυγούστου και η μάχη διήρκησε σχεδόν 2 μέρες χωρίς ανάπαυλα.
Ο αγώνας ήταν τιτάνιος, αλλά τελικά νικηφόρος για τους Έλληνες. Η γερμανική φρουρά εξουδετερώθηκε αλλά πολλοί Αλβανοτσάμηδες κατόρθωσαν να διαφύγουν καθώς γνώριζαν καλά την περιοχή, όταν αντελήφθησαν ότι η μάχη χανόταν.
Απο πλευράς ΕΔΕΣ στην επιχείρηση έλαβαν μέρος το 40ο Σύνταγμα Ευζώνων Άρτας υπό τον Αντισυνταγματάρχη Γεώργιο Αγόρο,το 16ο Τάγμα υπό τον Ταγματάρχη Κρανιά,το 3ο Τάγμα του 10ου Συντάγματος υπό τον Ταγματάρχη Κατσαρό κ.α τμήματα.
Σε αυτή την μάχη διακρίθηκε το τμήμα υπό τον Συνταγματάρχη Ηλία Κάτσιο,το οποίο εμπόδισε τους Γερμανούς να βοηθήσουν την φρουρά της Μενίνας. Ο Ηλίας Κάτσιος είχε συλληφθεί το 1941 απο αλβανοτσάμηδες και είχε βασινισθεί.
Αργότερο συγκρότησε ένοπλο τμήμα και εντάχθηκε στο ΕΑΜ.Διαφώνησε με την πολιτική του και εντάχθηκε στον ΕΔΕΣ,όπου ανέλαβε την διοιήκηση του 26ου Συντάγματος. Οι συγγενείς του στο Παλαιοχώρι υπέστησαν τα πάνδεινα απο τους ελασίτες αλλά η εθνική τους στάση δεν άλλαξε ποτέ. Πρός τιμή του ΕΔΕΣ οι αιχμάλωτοι μεταφέρθηκαν στην Αίγυπτο και οι τραυματίες έτυχαν της ανάλογης φροντίδας...
Το μνημείο των πεσόντων στη μάχη της Μενίνας
Η μάχη αυτή οι θρασύδειλοι Τσάμηδες όμως, πριν καλά - καλά σχολάσει η μάχη λιποτάχτησαν από το χώρο και πέρασαν τον Καλαμά με προορισμό την Αλβανία. Εκεί βέβαια τους περίμενε «φιλόξενα» ο μπάρμπα Λία Κάτσιος με το τμήμα του και τους περιποιήθηκε. Η μεγάλη αυτή επιτυχία των παληκαριών μας απέσπασε τα συγχαρητήρια του ΣΜΕ. Ήταν η μεγάλη δικαίωση. Γιατί στη μάχη αυτή πολέμησε το πείσμα, η ανδρεία και η λεβεντιά των αντάρτικων ομάδων του ΕΔΕΣ εναντίον των Ούνων και των πιο αιμοβόρων εγκληματιών, των Τσάμηδων.
Ιδιαίτερα με τους Τσάμηδες, αυτούς τους αρνησιπάτριδες, τους στυγνούς και απαίσιους εγκληματίες, η Θεσπρωτία είχε ανοιχτούς λογαριασμούς. Χρόνια ζούσαν στο τόπο αυτόν χωρίς κανένας να τους ενοχλήσει. Είχαν τα σχολεία τους, τα τζαμιά τους και τη γλώσσα τους. Το 1940 τάχτηκαν αμέσως με το μέρος των Ιταλών, συγκρότησαν ένοπλες εθελοντικές ομάδες και πρόδωσαν την πατρίδα τους, γιατί και αυτοί όλοι τους ήταν Έλληνες υπήκοοι. Πόσα δεινά συσσώρευσαν στη διάρκεια της τρίχρονης κατοχής…
Τα εγκλήματά τους ξεκίνησαν με τη δολοφονία του μεγαλέμπορου Ηγουμενίτσας Πιτούλη και συνεχίστηκαν με πυρπολήσεις χωριών, με διαρπαγές περιουσιών, με ατομικές ή ομαδικές δολοφονίες σε όλο το Νομό Θεσπρωτίας. Η ανθελληνική δράση των προδοτών αυτών, των Τσάμηδων, δεν έχει μετρηθεί με ακρίβεια ακόμα. Ποιός μπορεί να λησμονήσει την άναδρη δολοφονία των 49 προκρίτων της Παραμυθιάς τον Σεπτέμβριο του 1943. Ένα μικρό δείγμα των εγκλημάτων των Τσάμηδων στη περιοχή Φαναρίου την περίοδο από 17 Ιουλίου μέχρι 27 Αυγούστου του 1943, θα μεταφέρω εδώ από το βιβλίο του δημοσιογράφου Παπαμανόλη με τίτλο «Κατακαημένη Ήπειρος», εκδ. 1945: «Το 20/ήμερο αυτό οι κακούργοι αυτοί εφόνευσαν 137 αθώους πολίτες, πήραν ομήρους 321, πολλοί από τους οποίους πέθαναν σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως και στις φυλακές, έκαυσαν καταμετρημένα 519 σπίτια, άρπαξαν 7.000 αγελάδες, 22.100 μικρά ζώα, 3.435 άλογα και το χειρότερο βασάνισαν απάνθρωπα και κτηνωδώς 231 νεαρές γυναίκες».
Η μάχη της Μενίνας, η ιστορική και ανεπανάληπτη, έδωσε το τελικό χτύπημα στους Ναζί αλλά παράλληλα και στους αιμοβόρους Τσάμηδες, που αισθανόμενοι τα εγκλήματα που διέπραξαν, εγκατέλειψαν αμέσως ομαδικά την επαρχία και έφυγαν στην Αλβανία.
ΚΚΕ και Βόρεια Ήπειρος
Και όταν λέμε του ΚΚΕ, εννοούμε ολοκλήρου αυτού του εσμού που αποκαλείται αριστερά και που μέχρι το 1968 είχε ενιαία έκφραση το ΚΚΕ).
Μια προδοσία συνεχή και απροκάλυπτη , αλλά άγνωστη εν πολλοίς στο ευρύ κοινό.
Οι θέσεις του ΚΚΕ για το βορειοηπειρωτικό ζήτημα, θα μπορούσαν να συνοψισθούν σε μια φράση: «Βορειοηπειρωτικό ζήτημα δεν υπάρχει» (Ζήσης Ζωγράφος, «Νέος Κόσμος», Σεπτέμβριος 1950).
Ήδη από τον Νοέμβριο του 1934, η Δεύτερη Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ έχει καταγγείλει το ζήτημα ως «ιμπεριαλιστικό αλυτρωτισμό» και οποιαδήποτε αξίωση της Ελλάδος για την Βόρεια Ήπειρο χαρακτηρίζεται ως «καταχτητικές βλέψεις» (Νίκος Ζαχαριάδης, «Κομμουνιστική Επιθεώρηση», 1 Ιουλίου 1936), που «θ' απετέλει παράγοντα κινδύνου, διά την ειρήνη και τη σύμπραξι των βαλκανικών χωρών» (Νίκος Ζαχαριάδης, «Εμπρός», 26 Μαΐου 1945).
Απαντώντας στον Ζαχαριάδη και στις θέσεις αυτές, μέσα από την ίδια εφημερίδα («Εμπρός», 27 Μαΐου 1945), ο Γεώργιος Παπανδρέου, θα πει:
Οφείλομεν να ομολογήσωμεν ότι ο κ. Ζαχαριάδης ωμίλησε με ανεπιφύλακτον ειλικρίνειαν εις την οποίαν δεν μας έχουν συνηθίσει οι εδώ αναπληρωταί του.
Μέχρι τούδε το ΚΚΕ εζήτει δημοψήφισμα διά την Βόρειον Ήπειρον, ενώ ταυτοχρόνως συνειργάζετο με τους κομμουνιστάς της Αλβανίας διά την εξόντωσιν των Ελλήνων πατριωτών της Βορείου Ηπείρου. Εζήτει επίσης το ΚΚΕ «στρατηγικήν διαρρύθμισιν των ελληνοβουλγαρικών συνόρων» αλλά κατόπιν «φιλικής συνεννοήσεως των δύο χωρών», το οποίον σημαίνει ότι ενεπιστεύετο εις την καλήν θέλησιν των Βουλγάρων την παραχώρησιν συνόρων ασφαλείας εις την Ελλάδα.
Ο κ. Ζαχαριάδης με τας ωμάς δηλώσεις του καταργεί την μέθοδον αυτήν της απάτης και προτιμά να προκαλέση το έθνος.
Του εκφράζομεν τας ευχαριστίας μας και ευχόμεθα την αυτήν τακτικήν να συνέχιση και εις το μέλλον, διά να πεισθή επι τέλους ολόκληρος ο ελληνικός λαός και ιδίως οι θλιβεροί εαμικοί οπαδοί περί της «εθνικής» πολιτείας του Κομμουνιστικού Κόμματος.
Η αναφορά του Παπανδρέου στην συνεργασία των Ελλήνων κομμουνιστών «με τους κομμουνιστάς της Αλβανίας διά την εξόντωσιν των Ελλήνων πατριωτών της Βορείου Ηπείρου», δεν ήταν τυχαία και αστήριχτη.
Στην Βόρεια Ήπειρο, δρούσε η αντιστασιακή και απελευθερωτική οργάνωση «Μέτωπον Απελευθερώσεως Βορείου Ηπείρου» (ΜΑΒΗ) με αρχηγό τον Βασίλειο Σαχίνη. Το ΜΑΒΗ μέσω του γιατρού Ιωάννη Γκινάλη ήρθε σε επαφή με τον ΕΛΑΣ και τον ΕΔΕΣ, με σκοπό την από κοινού δράση. Στο κάλεσμα ανταποκρίθηκε μόνο ο ΕΔΕΣ. Ο ΕΛΑΣ συνέλαβε τον Γκινάλη τον Μάρτιο του 1943 κι αφού τον φυλάκισε για αρκετούς μήνες, τον έδιωξε στην Βόρεια Ήπειρο, με την προειδοποίηση να μην ξαναπατήσει το πόδι του στην Ελλάδα. Παράλληλα, ο ΕΛΑΣ συγκροτούσε μικτά τάγματα Ελλήνων κομμουνιστών και Αλβανών στην ελληνική Ήπειρο, την οποία αποκαλούσε, όπως και οι Αλβανοί,
«Τσαμ
ουριά»:
Αριθ. 34
IX Μεραρχίαν δια Ορφέα
Επί κρυπτογραφήματος 10/1/44 5400
Εγκρίνομεν συγκρότησιν μικτού τάγματος περιφέρειαν Τσαμουργιάς.
Σ. Δ. Γεν. Στρατηγείου 13/1/44
κρυπτογραφήθη
Ώρα 11.10
Κωστούλας
Υπολοχαγός
Όταν ο ΕΛΑΣ, έμαθε από τα κατασχεμένα έγγραφα του Γκινάλη, ότι το ΜΑΒΗ είχε έρθει σε επαφή με τον αντίπαλο ΕΔΕΣ του Ζέρβα, κινήθηκε προς την κατεύθυνση διάλυσης της οργάνωσης, ερχόμενος σε συμφωνίες με τους Αλβανούς κομμουνιστές τον Ενβέρ Χότζα, που επισημοποιήθηκαν και με την υπογραφή πρωτοκόλλου στρατιωτικής συνεργασίας στις 13 Δεκεμβρίου 1943. Οι βασικοί στόχοι της συνεργασίας ήταν η εκδίωξη των δυνάμεων του ΕΔΕΣ από τα ελληνοαλβανικά σύνορα, η αποκοπή του ΜΑΒΗ απ' τον ΕΔΕΣ και η υπαγωγή της οργάνωσης στην οργάνωση του Χότζα (ακόμη και με την βία), και η σύλληψη του Σαχίνη. Τελικά ο Σαχίνης συνελήφθη από τους Αλβανούς κι αφού βασανίστηκε, εκτελέστηκε.
Το ηγετικό στέλεχος του αλβανικού ΕΑΜ, Σπαχίου, θα ομολογήσει πως «ότι έγινε με τον Σαχίνη δεν ήταν δικό μας έργο· απλά εκτελέσαμε μια σοφή απόφαση των Ελλήνων συντρόφων εφ' όσον ο Σαχίνης ήταν εχθρός του λαού». Η ανησυχία των τοπικών στελεχών του ΕΑΜ της Ηπείρου που διαπίστωσαν σύντομα ότι «η παμψηφία σχεδόν των αρβανιτάδων Τσάμηδων της περιοχής είχε ταχθή ανεπιφύλαχτα με το μέρος του κατακτητή και οργάνωνε δολοφονικές επιδρομές ενάντια στα ελληνικά χωριά» («Οι μουσουλμάνοι Τσάμηδες της Ηπείρου», Ελευθερία Μαντά), δεν φαίνεται να συγκινεί την ηγεσία του ΕΑΜ.
Την ίδια ώρα, τα ένοπλα γερμανοντυμένα τμήματα των Τσάμηδων, της οργάνωσης K.S.I.L.I.A. (Αλβανικό Σύστημα Πολιτικής Διοίκησης), με την προστασία και κάλυψη των Γερμανών και των Ιταλών, κατέστρεφαν και λεηλατούσαν τα χωριά της Ηπείρου, κλείνοντας έτσι και «παλιούς λογαριασμούς».
Αθώοι πολίτες εκτελούνταν απ' τους Γερμανούς, γιατί καταγγέλλονταν απ' τους Τσάμηδες ως συνεργάτες Ελλήνων ανταρτών. Παράλληλα, στην διετία 1942-44, τα θύματα των Αλβανών ατάκτων στην Βόρεια Ήπειρο ανέρχονταν σε 2.500 Ελλήνων, σε πάνω από 200 κατεστραμμένα χωριά της ελληνικής μειονότητας. Και παρ' ότι ο πολιτικός καθοδηγητής του ΕΑΜ, Γεώργιος Σιάντος παραδέχθηκε πως «Είναι γεγονός ότι οι Αλβανοί κατέσφαξαν Έλληνες της ΒορείουΗπείρου»(«Ριζοσπάστης», 2 Ιουνίου 1945), εξομοίωσε αυτές τις σφαγές με τις επιχειρήσεις του ΕΔΕΣ, του Ναπολέοντα Ζέρβα, που εκτόπισε στην Αλβανία την μάστιγα των Τσάμηδων.
Ο Εμβέρ Χότζα, αναφέρει στα απομνημονεύματά του («Με τον Στάλιν: Αναμνήσεις», 1979), μια σκηνή από τη «δίκη της Μόσχας» (ο Χότζα είχε σύρει τον Ζαχαριάδη ενώπιον του Στάλιν, για την επίλυση των διαφορών τους). Ο Ζαχαριάδης αναγνώρισε ως σφάλμα και ζήτησε συγγνώμη από τον Χότζα, επειδή σε κάποια ομιλία του είχε δηλώσει πως εάν τα ελληνικά κόμματα ταχθούν υπέρ της αυτονόμησης της Βορείου Ηπείρου (βεβαίως, η Βόρειος Ήπειρος ήταν αυτόνομη, αλλά μόνο στα χαρτιά), θα συντασσόταν μαζί τους:
Σε μια μαζική συγκέντρωση που οργανώθηκε στο Στάδιο των Αθηνών στην οποία μίλησαν με την σειρά τους και οι αρχηγοί αστικών κομμάτων της Ελλάδος, ο σύντροφος Νίκος Ζαχαριάδης υπό την ιδιότητα του ως αρχηγού του ΚΚΕ, διακήρυξε μεταξύ άλλων: «Αν τα ελληνικά δημοκρατικά κόμματα διεκδικήσουν την αυτονομία της “Βορείου Ηπείρου”, το ΚΚΕ θα συνεργασθεί με αυτά». Έπειτα από το επεισόδιο αυτό, προσκαλέσαμε στην χώρα μας για συνάντηση τον σύντροφο Νίκο Ζαχαριάδη και τον επέκρινα αυστηρά θεωρώντας την διακήρυξή του σαν μια αντιμαρξιστική στάση, εχθρική προς την Αλβανία. Του είπα δυνατά και καθαρά ότι η “Βόρεια Ήπειρος” ήταν έδαφος αλβανικό και ότι ποτέ δεν θα γινόταν ελληνικό έδαφος.
Δράττομαι της ευκαιρίας να υπογραμμίσω ότι ο σύντροφος Ζαχαριάδης αναγνώρισε το λάθoς ταυ, ομολόγησε ότι έσφαλε βαριά στο σημείο αυτό και μου υποσχέθηκε να διορθώσει το λάθος του. Αμέσως το κόμμα μας διαμαρτυρήθηκε ανοικτά και προειδοποίησε ότι θα αντιταχθεί αποφασιστικά εναντίον τέτοιων απόψεων.
Ο Μήτσος Παρτσαλίδης, ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ, επιβεβαιώνει το γεγονός («Σβαρνούτ: Το προδομένο αντάρτικο», Νικόλαος Μέρτζος). Διαφωνεί στις λεπτομέρειες, αλλά συμφωνεί κατ' ουσίαν με τον Χότζα:
Η αλήθεια είναι ότι ο Ζαχαριάδης δεν μίλησε για το ζήτημα αυτό σε λαϊκή συγκέντρωση. Μετά τον γυρισμό του στην Ελλάδα (το 1945) σε μια σύσκεψη του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΕ, έβαλε πραγματικά το θέμα της Βορείου Ηπείρου ο Ζαχαριάδης. Είπε ότι σε περίπτωση που θα γινόταν μια εισβολή στη Βόρειο Ήπειρο από την ελληνική πλευρά, εμείς το ΚΚΕ, θα διατυπώσουμε τη διαφωνία μας. Θα δηλώσουμε ότι δεν συμφωνούμε. Αλλά, αν εγκριθεί η αυτονομία της Βορείου Ηπείρου από την πλειοψηφία του ελληνικού πολιτικού κόσμου, εμείς θα πειθαρχήσουμε. Έτσι μπήκε το θέμα στο Πολιτικό Γραφείο. Που, δυστυχώς, άκριτα, αποδέχθηκε αυτή την άποψη. Φυσικά, η άποψη αυτή κάθε άλλο παρά σωστή είναι. Αργότερα, ο Ζαχαριάδης πραγματικά έκανε αυτοκριτική γι' αυτό το πράγμα. Αλλά δεν πρόκειται για λόγο που εκφωνήθηκε σε συγκέντρωση.
Η συγκέντρωση που λέει ο Χότζα: Ήταν την Πρωτομαγιά μετά την Βάρκιζα. Οργανώθηκε από τον Εργατικό Συνασπισμό ΕΡΓΑΣ, μαζί με σοσιαλιστές και άλλες ομάδες. Ήταν η παράταξη που αργότερα, στις εκλογές στα εργατικά σωματεία κυριάρχησε. Και κυριάρχησε και στο Εργατικό Συνέδριο που συγκλήθηκε τότε. Ήταν μια συγκέντρωση που τρίβανε τα μάτια τους. Δεν περιμένανε, μετά τη Βάρκιζα, μετά την παράδοση των όπλων να έχει αριστερή συγκέντρωση τέτοια επιτυχία.
Όταν τελείωσε ο πόλεμος μάλιστα, το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ έκανε νύξη για επαναφορά των Τσάμηδων, αλλά συνάντησε την αντίδραση των κομμουνιστών της Θεσπρωτίας, που είχαν νιώσει από πρώτο χέρι τις φρικαλεότητες των Τσάμηδων.
Το ΚΚΕ, δεν θα διστάσει να χαρακτηρίσει τις ελληνικές θέσεις ως «παράλογες και ανεδαφικές αξιώσεις», σε χαιρετισμό του προς το αλβανικό κομμουνιστικό κόμμα (Κόμμα Εργασίας της Αλβανίας), κλείνοντας τα μάτια μπροστά στο καθεστώς υπό το οποίο διαβιούσε η ελληνική μειονότητα στην Αλβανία («Νέος Κόσμος», Δεκέμβριος 1959):
Το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας
και η Βόρειος Ήπειρος
Η Αλβανία συγκροτήθηκε ως Κράτος με τη Συνθήκη του Λονδίνου (17-30 Μαϊου 1913). Τα σύνορά της καθορίστηκαν με το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας (17 Δεκεμβρίου 1913). Στο τότε νεοσύστατο αλβανικό κράτος συμπεριελήφθη και το Βόρειο τμήμα της Ηπείρου, που από τότε μετονομάστηκε Βόρειος Ήπειρος, τμήμα το οποίο είχε ήδη απελευθερωθεί κατά τον Α΄Βαλκανικό Πόλεμο (1912-1913), από τον ελληνικό στρατό.
Επειδή οι κάτοικοι της περιοχής ήταν Έλληνες άντέδρασαν στην απόφαση των Μεγάλων Δυνάμεων που αγνόησε τόσο την εθνική τους ταυτότητα όσο και την εκπεφρασμένη βούλησή τους για ένωση με την Ελλάδα.
Επαναστάτησαν και δημιούργησαν την ανεξάρτητη πολιτεία της Αυτονόμου Ηπείρου (17 Φεβρουαρίου 1914), η οποία νομιμοποιήθηκε με την υπογραφή του Πρωτοκόλλου της Κερκύρας την 17η Μαϊου 1914 που παραχωρούσε πλήρες καθεστώς Αυτονομίας (εκπαιδευτικής, θρησκευτικής, δικαστικής, διοικητικής) στους νομούς Αργυροκάστρου και Κορυτσάς και υπεγράφη από την Αλβανία και τις έξι Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής:
Η. Π. Α, Γαλλία, Αγγλία, Αυστρο-Ουγγαρία, Γερμανία και Ρωσία (Βλέπε Παράρτημα).
Ο Ελληνισμός εντός των αλβανικών συνόρων έκτοτε επίσημα, ονομάστηκε Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός, ενώ η ίδια η Αυτόνομη Πολιτεία το καθεστώς της οποίας επικυρώθηκε με το Πρωτόκολλο της Κερκύρας, αναγνωρίστηκε με την ονομασία Βόρειος Ήπειρος.
Δημιουργήθηκε έτσι για την Ελληνική Κοινότητα εντός των αλβανικών συνόρων, ένα Εθνικό Θέμα γνωστό στη διεθνή διπλωματική σκηνή ως Βορειοηπειρωτικό Ζήτημα.
Το πρώτο βήμα εκχώρησης της Βορείου Ηπείρου στο νεοσύστατο αλβανικό κράτος έγινε το Οκτώβριο-Νοέμβριο του 1921, με την αποδοχή από την Κοινωνία των Εθνών της αλβανικής δήλωσης «Περί αναγνώρισης των μειονοτήτων» στην επικράτειά της.
Στα μετέπειτα χρόνια το Βορειοηπειρωτικό Ζήτημα απασχόλησε την διεθνή διπλωματία δύο φορές.
Το 1946, ξανά στην Κοινωνία των Εθνών, όπου δεν λύθηκε, αλλά αποφασίστηκε να αφεθεί στην αρμοδιότητα των Μεγάλων Δυνάμεων και να τεθεί προς επίλυση μαζί με το Γερμανικό και το Αυστριακό Ζήτημα.
Επίσης το 1960 ο Ν. Χρουτσόφ, ηγέτης της ισχυρής τότε Σοβιετικής Ενώσεως ζήτησε από το σταλινικό καθεστώς του Ενβέρ Χότζα να παραχωρήσει αυτονομία στους Έλληνες Βορειοηπειρώτες, αίτημα το οποίο, ο αλβανός δικτάτορας το αρνήθηκε και η άρνηση αυτή ήταν και ένα από τα ζητήματα που τον οδήγησαν σε βαθιά ρήξη με την Σοβιετική Ένωση.
Το Βορειοηπειρωτικό Ζήτημα από τότε εκκρεμεί, ενώ τα άλλα δύο αντίστοιχα, το Γερμανικό και το Αυστριακό Ζήτημα είχαν αίσιο τέλος. Το Αυστριακό λύθηκε το 1955 με την ουδετερότητα και το Γερμανικό, το 1991 με την Ένωση των δύο Γερμανιών.
Από το 1924 που οι αλβανικοί πληθυσμοί εμφάνισαν το πρώτο πυρήνα οργανωμένου κράτους και κυρίως μετά το 1928, το αλβανικό κράτος αφαίρεσε από τους ελληνικής εθνικότητας υπηκόους της, τους όρους «Βόρειος Ήπειρος» και «Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός», αντικαθιστώντας τους με τον όρο «Εθνική Ελληνική Μειονότητα της Αλβανίας».
Από τότε αυθαίρετα το αλβανικό κράτος μας προσδιόρισε ως «μειονοτικούς», αν και στις περιοχές της Βορείου Ηπείρου που ζούσαν οι ελληνικοί πληθυσμοί αποτελούσαν αδιαμφισβήτητα την πλειοψηφία. Και γι’ αυτό οι όροι αυτοί δεν έγιναν ποτέ αποδεκτοί από τον ίδιο τον ελληνικό πληθυσμό στην Αλβανία. Άλλωστε ο προσδιορισμός αυτός εκ μέρους του αλβανικού κράτους έγινε τότε για δύο κυρίους λόγους:
Συνέχεια εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου