Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2020

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΛΩΖΑΝΝΗΣ - ΜΟΝΤΡΕ-ΠΑΡΙΣΙΩΝ ΕΠΙ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ


«Από την Συνθήκη της Λωζάνης του 1923 και τη Συνθήκη των Παρισίων του 1947, προκύπτει, δίχως κανένα περιθώριο αμφισβήτησης, ότι δεν υπάρχουν “γκρίζες ζώνες” στο Αιγαίο. 

Κατά συνέπεια, τα κάθε είδους σύνορα της Ελλάδας – που είναι και σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης- με τις επακόλουθες συνέπειες μεταξύ άλλων και για την υφαλοκρηπίδα, την αιγιαλίτιδα ζώνη και την ΑΟΖ, είναι επακριβώς καθορισμένα»....


«Στο πλαίσιο δε αυτό», η Τουρκία έχει μιαν αυτονόητη, θεσμική και πολιτική, προϋπόθεση:

Ήτοι τον πλήρη σεβασμό του ευρωπαϊκού κεκτημένου και του Διεθνούς Δικαίου στο σύνολό τους. 

Επομένως, και τον πλήρη σεβασμό της Συνθήκης της Λωζάνης του 1923 και της Συνθήκης των Παρισίων του 1947. Από τις οποίες προκύπτει, δίχως κανένα περιθώριο αμφισβήτησης, ότι δεν υπάρχουν “γκρίζες ζώνες” στο Αιγαίο. 

Κατά συνέπεια, τα κάθε είδους σύνορα της Ελλάδας – που είναι και σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης- με τις επακόλουθες συνέπειες μεταξύ άλλων και για την υφαλοκρηπίδα, την αιγιαλίτιδα ζώνη και την ΑΟΖ, είναι επακριβώς καθορισμένα. 

Συνακόλουθα, κάθε είδους συμπεριφορές ή δηλώσεις από την πλευρά της Τουρκίας που αμφισβητούν κάθε πτυχή του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου και του Διεθνούς Δικαίου, υπονομεύουν το κύρος της στο πλαίσιο της Διεθνούς Κοινότητας και θέτουν φραγμούς στην Ευρωπαϊκή της προοπτική».




Μετά την εκδίωξη του ελληνικού στρατού από τον τουρκικό, από τη Μικρά Ασία, υπό την ηγεσία του Μουσταφά Κεμάλ, χρειάστηκε αναπροσαρμογή της συνθήκης των Σεβρών. Έτσι, φτάσαμε στη συνθήκη της Λωζάνης, στις 24 Ιουλίου 1923, μετά από 7,5 μήνες διαβουλεύσεων, μια συνθήκη ειρήνης που έθεσε τα όρια της σύγχρονης Τουρκίας.
Τι περιλαμβάνει όμως η περιβόητη αυτή συνθήκη που μονοπωλεί το ενδιαφέρον στην επίσκεψη Ερντογαν στην Αθήνα;
Πήρε το όνομά της από τη Λωζάνη της Ελβετίας όπου υπεγράφη στις 24 Ιουλίου 1923 από την Ελλάδα, την Τουρκία και τις χώρες που πολέμησαν στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και την Μικρασιατική εκστρατεία (1919-1922) και συμμετείχαν στη Συνθήκη των Σεβρών συμπεριλαμβανομένης και της ΕΣΣΔ (που δεν συμμετείχε στην προηγούμενη συνθήκη).
Η υπογραφείσα συνθήκη ήταν το αποτέλεσμα της σχετικής διάσκεψης που ξεκίνησε στις 7 Νοεμβρίου 1922 μεταξύ των προαναφερομένων μελών.
Πώς φτάσαμε στη συνθήκη της Λωζάνης
Επί της ουσίας, η συνθήκη της Λωζάνης, αμέσως μετά την υπογραφή της, κατάργησε την Συνθήκη των Σεβρών η οποία δεν είχε γίνει αποδεκτή από την νέα κυβέρνηση της Τουρκίας που διαδέχθηκε τον Σουλτάνο της Κωνσταντινούπολης.
Η ανάγκη για μία νέα συνθήκη προέκυψε μετά την εκδίωξη από τη Μικρά Ασία του ελληνικού στρατού από τον τουρκικό, υπό την ηγεσία του Μουσταφά Κεμάλ. Ουσιαστικά χρειάστηκε αναπροσαρμογή της συνθήκης των Σεβρών.
Έτσι, στις 20 Οκτωβρίου 1922 ξεκίνησε το συνέδριο που διακόπηκε μετά από έντονες διαμάχες στις 4 Φεβρουαρίου 1923 για να ξαναρχίσει στις 23 Απριλίου.
Το ημερολόγιο δείχνει 24 Ιουλίου και το τελικό κείμενο υπογράφεται, μετά από 7,5 μήνες διαβουλεύσεων.
Τι προβλέπει
Με απλά λόγια, η Συνθήκη της Λωζάνης ήταν συνθήκη ειρήνης που έθεσε τα όρια της σύγχρονης Τουρκίας.
Με την υπογραφή της περιβόητης συνθήκης, η Τουρκία ανέκτησε την Ανατολική Θράκη, κάποια νησιά του Αιγαίου, συγκεκριμένα την Ίμβρο και την Τένεδο, μια λωρίδα γης κατά μήκος των συνόρων με την Συρία, την περιοχή της Σμύρνης και της Διεθνοποιημένης Ζώνης των Στενών η οποία όμως θα έμενε αποστρατικοποιημένη και αντικείμενο νέας διεθνούς διάσκεψης.
Ακόμα, παραχώρησε τα Δωδεκάνησα στην Ιταλία, όπως προέβλεπε και η συνθήκη των Σεβρών, αλλά χωρίς πρόβλεψη για δυνατότητα αυτοδιάθεσης. Ανέκτησε πλήρη κυριαρχικά δικαιώματα σε όλη την επικράτεια της και απέκτησε δικαιώματα στρατιωτικών εγκαταστάσεων σε όλη την επικράτειά της εκτός της ζώνης των στενών.
Την ίδια ώρα, η Ελλάδα υποχρεώθηκε να πληρώσει σε είδος (ελλείψει χρημάτων) τις πολεμικές επανορθώσεις. Η αποπληρωμή έγινε με επέκταση των τουρκικών εδαφών της Ανατολικής Θράκης πέρα από τα όρια της συμφωνίας. Τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος παραχωρήθηκαν στην Τουρκία με τον όρο ότι θα διοικούνταν με ευνοϊκούς όρους για τους Έλληνες. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης έχασε την ιδιότητα του Εθνάρχη και το Πατριαρχείο τέθηκε υπό ειδικό διεθνές νομικό καθεστώς.
Από την πλευρά της, η Τουρκία παραιτήθηκε από όλες τις διεκδικήσεις για τις παλιές περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εκτός των συνόρων της και εγγυήθηκε τα δικαιώματα των μειονοτήτων στην Τουρκία. Με ξεχωριστή συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας αποφασίστηκε η υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών από τις δύο χώρες και η αποστρατικοποίηση κάποιων νησιών του Αιγαίου.
Η ανταλλαγή μειονοτήτων που πραγματοποιήθηκε προκάλεσε μεγάλες μετακινήσεις πληθυσμών. Μετακινήθηκαν από τη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη στην Ελλάδα 1.650.000 τούρκοι υπήκοοι (άλλοι κάνουν λόγο για περίπου 2.000.000), χριστιανικού θρησκεύματος και από την Ελλάδα στην Τουρκία 670.000 Έλληνες υπήκοοι, μουσουλμανικού θρησκεύματος. Η θρησκεία και όχι η εθνικότητα αποτέλεσε το βασικό κριτήριο για την ανταλλαγή.
Σύμφωνα με το άρθρο 2β της συνθήκης χρησιμοποιήθηκε ο όρος «μουσουλμάνοι» και όχι «Τούρκοι». Αυτό οφείλεται στο ότι κατά την οθωμανική αυτοκρατορία η θρησκεία μετρούσε πολύ περισσότερο από ότι η εθνικότητα και από την άλλη πλευρά η Τουρκία ήθελε όλοι οι μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης να παραμείνουν. Στα Βαλκάνια χρησιμοποιείται ο όρος «Τούρκος» αρκετές φορές ως συνώνυμο με τον μουσουλμάνο επειδή στο σύστημα των Οθωμανικών μιλέτ (ήταν κύριο στοιχείο στην διοίκηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας) όλοι οι μουσουλμάνοι ανήκαν σε μια ενιαία κοινότητα.
Μεταξύ των ανταλλάξιμων περιελαμβάνονταν επίσης οι Έλληνες του Πόντου, αλλά και τουρκόφωνοι Έλληνες, όπως τουρκόφωνοι Πόντιοι και Καραμανλήδες, καθώς και ελληνόφωνοι μουσουλμάνοι, όπως οι Βαλαάδες της Δυτικής Μακεδονίας.
Μαζί με τους Έλληνες, πέρασε στην Ελλάδα και αριθμός Αρμενίων και Συροχαλδαίων.
Εξαιρέθηκαν από την ανταλλαγή οι Έλληνες κάτοικοι της νομαρχίας της Κωνσταντινούπολης (οι 125.000 μόνιμοι κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης, των Πριγκηπονήσων και των περιχώρων, οι οποίοι ήταν εγκατεστημένοι πριν από τις 30 Οκτωβρίου του 1918) και οι κάτοικοι της Ίμβρου και της Τενέδου (6.000 κάτοικοι), ενώ στην Ελλάδα παρέμειναν 110.000 Μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης.
Τέλος, βάσει του άρθρου 23, με όλα τα δεινά που η Συνθήκη αυτή συσσώρευσε στον Μικρασιατικό Ελληνισμό, η Τουρκία απεμπόλησε πλήρως τα κυριαρχικά της δικαιώματα επί της Κύπρου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου