Σάββατο 12 Νοεμβρίου 2016

Το Πολυτεχνείο, η χούντα και ο «Πόλεμος του Γιομ Κιπούρ».

1973 : 
Δ’ αραβοϊσραηλινός πόλεμος


Σύμφωνα με επιστολή που απέστειλε στο «Βήμα» (2-7-2011), ο πρέσβης της Ελλάδος στην Αίγυπτο, κατά την περίοδο της δικτατορίας, Αντώνιος Κοραντής, η ανατροπή του Παπαδόπουλου, οφείλεται καθαρά στους Αμερικανούς, λόγω της άρνησής του να επιτρέψει την διέλευση και τον ανεφοδιασμό των αμερικανικών αεροπλάνων, που είχαν σαν στόχο την παροχή βοήθειας στο Ισραήλ, κατά τον «Πόλεμο του Γιομ Κιπούρ» (ή αλλιώς Δ’ αραβοϊσραηλινός πόλεμος), τον Οκτώβριο του 1973…

[...] Κατά την εποχή του τέταρτου Αραβοϊσραηλινού Πολέμου ή, όπως αποκλήθηκε, του «Γιομ Κιπούρ» ή του «Ραμαντάν» -πριν και μετά- ήμουν πρέσβης της Ελλάδας στο Κάιρο, την μεγαλύτερη ελληνική πρεσβεία, τουλάχιστον, κατά τους τότε ιθύνοντας, στη Μέση Ανατολή, στον αραβικό κόσμο και στην Αφρική γενικότερα.

Ο πόλεμος εξερράγη με πρωτοβουλία αποκλειστικά του Σαντάτ-διαφωνώ πλήρως με τον χαρακτηρισμό του ως ανδρός «μετρίου σχήματος»-, όπως προκύπτει από το βιβλίο του «Ιn search of identity» κ.λπ. 

Και αφού ο λόγος περί του αειμνήστου, άκρως φιλέλληνα, προέδρου Ανουάρ ελ Σαντάτ, κρίνω σκόπιμο να υπενθυμίσω ότι σ΄ αυτόν, κατ΄ εμέ, οφείλει ο πολύ Κίσινγκερ το βραβείο Νομπέλ της Ειρήνης και οι ΗΠΑ ίσως τη μεγαλύτερη επιτυχία τους στη μεταπολεμική εξωτερική πολιτική τους.

Λίγες ημέρες μετά την έκρηξη του πολέμου, που κατέλαβε εξαπίνης τους Ισραηλινούς -λόγω της Μεγάλης Εορτής των οποίων, του «Γιομ Κιπούρ», ήσαν υποχρεωμένοι σε ακινησία-, με κάλεσε στο γραφείο του επειγόντως ο τότε υπουργός Εξωτερικών και ισχυρός άνδρας του καθεστώτος Ισμαήλ Φάχμικαι με παρεκάλεσε να παρέμβω στην Αθήνα για να βρεθεί Έλληνας εφοπλιστής να διαθέσει πετρελαιοφόρα για τη μεταφορά υγρών καυσίμων από Βεγγάζη στην Αλεξάνδρεια,καθ΄ όσον ήταν αδύνατος, λόγω των πολεμικών γεγονότων, ο ανεφοδιασμός της τελευταίας από τα διυλιστήρια του Πορτ Σουέζ. 

Η Αθήνα αποδέχθηκε το αιγυπτιακό αίτημα και η Αλεξάνδρεια -η περί αυτήν περιοχή είχε κηρυχθεί από τους Ισραηλινούς «πολεμική ζώνη» και όλα τα εμπορικά πλοία που μετέφεραν κυρίως σιτηρά, τα οποία εστερείτο τότε η Αίγυπτος, ανέστρεφαν πρύμναν- ανεφοδιάστηκε πλήρως σε πετρέλαιο.Δεν πρόκειται να αναφέρω το όνομα του διαθέσαντος τα πετρελαιοφόρα εφοπλιστού δι΄ ευνοήτους λόγους. 

Πάντως, η ενέργειά του έσωσε, κατά κάποιον τρόπο, την Αίγυπτο, πράγμα που η τότε κυβέρνησή της ανεγνώρισε, όπως είμαι σε θέση να γνωρίζω.

Μετά μία εβδομάδα περίπου, αν πάντοτε δεν με απατά η μνήμη μου, μου τηλεφώνησαν γύρω στις 11 (23.00) τη νύχτα να μεταβώ τα μεσάνυχτα στο γραφείο του Σαντάτ «για κάτι το κατεπείγον». 

Πράγματι, πήγα στα Ανάκτορα και ο Σαντάτ μού είπε, χωρίς περιστροφές, τα εξής -τα αναφέρω, κατ΄ ανάγκην, περιφραστικά: 

«Πείτε στον ομόλογό μου και συνάδελφον εν όπλοις ότι ο Κίσινγκερ προτίθεται να στείλει αεροπορικώς μεγάλη βοήθεια σε υπερσύγχρονο πολεμικό υλικό στο κινδυνεύον Ισραήλ, και θα ζητήσει από την ελληνική κυβέρνηση την άδεια υπερπτήσεως και προσγειώσεως σε ελληνικά αεροδρόμια των μεταφερόντων το υλικό τούτο αμερικανικών αεροπλάνων. 

Εμείς οι στρατιωτικοί είμεθα τίμιοι άνθρωποι, γι΄ αυτό πιστεύω ότι και ο συνάδελφός μου Έλληνας πρόεδρος θα συγκατανεύσει. 

Όπως βλέπετε, ο αραβικός κόσμος είναι τώρα ενωμένος στον κοινόν αγώνα και ο πρόεδρός σας πρέπει να λάβει τούτο σοβαρά υπόψη και να απορρίψει το αίτημα Κίσινγκερ, άλλως ξεχάστε τον κόσμον αυτόν, με όλες τις δυσάρεστες συνέπειες για τον Ελληνισμό» 

Επιστρέψας στην πρεσβεία συνέταξα ένα άκρως απόρρητο τηλεγράφημα -διπλής κρυπτογραφήσεως- και το έδωσα γύρω στις δύο το πρωί στους συνεργάτες μου για τα περαιτέρω. Ομολογώ ότι βρέθηκα ενώπιον του μεγαλύτερου διλήμματος της καριέρας μου: 

«Μπρος βαθύ και πίσω ρέμα»! 

Τελικώς, αναλογιζόμενος τους Έλληνες στις αραβικές χώρες, εισηγήθηκα την αποδοχή του αιτήματος του Αιγυπτίου προέδρου. 

Το τηλεγράφημα είχε πρώτο παραλήπτη τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας Γ. Παπαδόπουλο, με κοινοποίηση στους Σπ. Μαρκεζίνη και Χ. Ξανθόπουλο-Παλαμά, αντιστοίχως πρωθυπουργό και υπουργό Εξωτερικών.

[...] Όπως πληροφορήθηκα τότε, και οι τρεις προαναφερθέντες συμφώνησαν με την εισήγησή μου και απαγορεύθηκε η διέλευση κ.λπ. Στη συνέχεια, έσπευσα να γνωστοποιήσω στον Αιγύπτιο πρόεδρο τη θετική απάντηση της Αθήνας. Παραλείπω τα λοιπά περί της ευγνώμονης στάσεως του Σαντάτ υπέρ ημών, που ήλθε δυστυχώς να ανακόψει η δολοφονία του (6.10.1981).


Ο αντιπρόεδρος Χόσνι Μουμπάρακ καθόταν κοντά στον Σαντάτ, αλλά κατάφερε να επιβιώσει από την επίθεση. Όταν ανέλαβε την ηγεσία της χώρας, μετά τον θάνατο του Σαντάτ, ο Μουμπάρακ συνέλαβε εκατοντάδες ανθρώπους τους οποίους υποψιαζόταν ότι πήραν μέρος στη συνωμοσία της δολοφονίας του Σαντάτ.

Όλα ξεκίνησαν σιγα σιγα το 1977,όταν ο τότε Πρόεδρος της Αιγύπτου Ανουάρ Αλ Σαντάτ, μεγάλη προσωπικότητα,παγκοσμίου εμβέλειας, σε μια ομιλία του στο Κοινοβούλιο της Αιγύπτου, δηλώνει ότι είναι έτοιμος να μιλήσει παντού, ακόμα και στο Κοινοβούλιο του Ισραήλ, προκειμένου να ξεκινήσει η ειρηνευτική διαδικασία.

Η απάντηση έρχεται από την Κνεσέτ, που τον καλεί να μιλήσει στα μέλη της. Στην ιστορική ομιλία του το Νοέμβριο του 1977 ενώπιον της Βουλής του Ισραήλ, ο Ανουάρ Σαντάτ διατυπώνει την απόφασή του να διαπραγματευθεί τους όρους ειρήνευσης με τους Ισραηλινούς.

Η ομιλία αυτή οδήγησε στις συνομιλίες και τη συμφωνία του Καμπ Ντέιβιντ, όπου συναντήθηκαν και συνυπέγραψαν την ειρήνη ο Ανουάρ Σαντάτ από την Αίγυπτο, ο πρωθυπουργός του Ισραήλ Μεναχέμ Μπέγκιν και ο τότε πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Τζίμι Κάρτερ.

Γι' αυτή του την πολιτική, ο Σαντάτ τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης. 

Στις 6 Οκτωβρίου 1981, ενώ συμμετείχε σε μια στρατιωτική εκδήλωση για τη Διώρυγα του Σουέζ, ο Ανουάρ Σαντάτ δολοφονήθηκε από μια ομάδα μουσουλμάνων φανατικών, που ήθελαν να σκοτώσουν τον «προδότη» που συμφιλιώθηκε με το Ισραήλ!

Ο Μουμπάρακ διακρίνεται να κάθεται δίπλα στον τότε Αιγύπτιο πρόεδρο Ανουάρ Σαντάτ.



Ο Σαντάτ έπεσε νεκρός 
και ο Μουμπάρακ έγινε Πρόεδρος της Αιγύπτου


ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟ ΒΙΝΤΕΟ

Μετά την ανάκλησή μου στην κεντρική υπηρεσία, ζήτησε να με δει στο σπίτι του ο μακαρίτης πρέσβης Σπύρος Τετενές,στενότατος φίλος μου. Με υποδέχθηκε με τις λέξεις: «Αντώνη, ξέρεις ότι εσύ έριξες τον Παπαδόπουλο; 

Μου το είπε ο Παλαμάς σοβαρολογώντας!». 

Και μου εξήγησε τι είχε συμβεί: «Στην πρόσφατη Σύνοδο του Συμβουλίου των ΥΠΕΞ του ΝΑΤΟ και κατά την έξοδο από την αίθουσα συνεδριάσεων ο Αμερικανός ΥΠΕΞ κ. Χένρι Κίσινγκερ επλησίασε τον Έλληνα ομόλογό του και κινώντας απειλητικά τον αντίχειρά του είπε υψηλόφωνα: 

“Αυτό που κάνατε με τα αμερικανικά αεροπλάνα, θα το πληρώσετε πολύ ακριβά”».

Τα ίδια μου επανέλαβε ο μακαρίτης υπουργός μου σε τυχαία συνάντηση -και λίγους μήνας προ του θανάτου του- στο γνωστό καφέ της Γενεύης «Αux Αmbassadeurs», προσθέσας τα ακόλουθα: 

«Κατόπιν των όσων σας ανέφερα,τι γνώμη έχετε για την εξέγερση του Πολυτεχνείου που έλαβε χώρα μερικές εβδομάδες αργότερα;». 

Σε απάντησή μου ότι δεν μπορούσα να αποκριθώ, εφάνη εκνευριζόμενος λέγοντάς μου:

«Λυπάμαι, γιατί διπλωμάτης με την εμπειρία σας, δεν αντελήφθη ποίος ήταν όπισθεν της εξεγέρσεως κάτι το ολοφάνερο». Προφανέστατα, υπονοούσε τον αμερικανικό παράγοντα.

[...] Ευελπιστώ, λοιπόν, ότι όσα αποκαλύπτω ανωτέρω θα γίνουν πιστευτά και θα τεθεί τέρμα στην εκμετάλλευση της εξεγέρσεως του Πολυτεχνείου από ορισμένους που συμμετέσχον σε αυτήν, αλλά δεν τη διοργάνωσαν.

Μετά πάσης τιμής,
Α. Ι. Κοραντής
Πρέσβης ε.τ.

Ο Πόλεμος του Γιομ Κιππούρ

Ο Πόλεμος του Γιομ Κιππούρ, ή αλλιώς Δ' Αραβοϊσραηλινός πόλεμος, που συνέβη τον Οκτώβριο του 1973 αποτέλεσε την άρση της ταπείνωσης που υπέστησαν οι αραβικές χώρες μετά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών του 1967. 

Αυτός είναι και ο τελευταίος της σειράς των Αραβοϊσραηλινών πολέμων. Γιομ Κιπούρ ονομάζεται η ισραηλινή εορτή του Εξιλασμού, ή αλλιώς Ημέρα της Εξιλέωσης.

Πριν τη σύρραξη

Μετά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών, το Ισραήλ εκτός από τις εκτάσεις που είχε καταλάβει, όπως τη χερσόνησο του Σινά (Αιγύπτου) και την ανατολική πλευρά του Ιορδάνη (Ιορδανίας) απέκτησε και αρκετά διπλωματικά όπλα, τα οποία χρησιμοποίησε για να αυξήσει την θέση του στην περιοχή. 

Η στάση αυτή υπήρξε αρκετά σκληρή, καθώς η τότε πρωθυπουργός του Ισραήλ Γκόλντα Μέιρ, αρνιόταν συστηματικά ικανοποιητικές παραχωρήσεις προς τα αραβικά κράτη. Επιπλέον, ο πρωθυπουργός της Αιγύπτου, Γκαμάλ Άμπντελ Νάσερ, μετά την ανάκληση της παραίτησής του διατηρούσε πλέον την πολιτική των τριών όχι (όχι στην αναγνώριση του Ισραήλ, στις διαπραγματεύσεις με αυτό και στην ειρήνη) υπό την νέα υφιστάμενη κατάσταση.

Ο Νάσερ άρχισε ένα εντατικό εξοπλιστικό πρόγραμμα, κατά το οποίο αναπληρώθηκε όλο το στρατιωτικό υλικό που χάθηκε στον Πόλεμο των Έξι Ημερών μέσα σε δύο χρόνια. 

Κύριος προμηθευτής αυτών των εξοπλισμών, βεβαίως με αντισταθμιστικά οφέλη ήταν η ΕΣΣΔ, η οποία και ενίσχυσε με επιπλέον 3.000 στρατιωτικούς συμβούλους στο Κάιρο, ανεβάζοντας τον τότε αριθμό των Σοβιετικών στρατιωτικών στους 20.000. 

Τον Ιούλιο του '69 εγκαινιάστηκε από τον Νάσερ ο Πόλεμος της Φθοράς δημιουργώντας σποραδικές συγκρούσεις μικρής κλίμακας στην ανατολική όχθη της διώρυγας του Σουέζ σε αντιστάθμιση παρόμοιων δραστηριοτήτων των Ισραηλινών. 

Ωστόσο το σχέδιο αυτό έπαψε με τον θάνατο του Νάσερ τον Σεπτέμβριο του 1970.

Ο μέχρι τότε αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ανουάρ Σαντάτ,που ανέλαβε στη συνέχεια πρόεδρος της Αιγυπτιακής Δημοκρατίας, ακολούθησε τη γραμμή του Νάσερ με μια πιο συντηρητική όμως πολιτική. 

Τον Ιανουάριο του 1971 ο μεσολαβητής του ΟΗΕ στην περιοχή, Γκούναρ Γιάρινγκ, σε συνεννόηση με την κυβέρνηση Νίξον και τον Χένρυ Κίσινγκερ, ζήτησε υποχωρήσεις και από τις δύο πλευρές. 

Το Φεβρουάριο ο Ανουάρ Σαντάτ, μετά από αμερικανικές υποσχέσεις οικονομικής βοήθειας έδωσε το πρώτο αιγυπτιακό «ναι» σε διαπραγματεύσεις. Από το Ισραήλ η Μέιρ, έδωσε αρνητική απάντηση, κατηγορώντας τον Γιάρινγκ και τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, Θαντ, ότι απαιτούσε την αποχώρηση των ισραηλινών δυνάμεων από τις νεοκατεχόμενες περιοχές στην προ του '67 εποχή.

Έτσι από το καλοκαίρι του 1972 άρχισαν οι δημόσιες απειλές, της Αιγύπτου και της Συρίας (προέδρου Άσσαντ) προς το Ισραήλ.

Ο αιφνιδιασμός της 6ης Οκτωβρίου

Η νέα συνοριακή μεθόριος Αιγύπτου - Ισραήλ εκτεινόταν στα 145 χλμ., ενώ της Συρίας - Ισραήλ σε 64 χλμ. 

Μετά τον πόλεμο του '67 οι Ισραηλινοί δημιούργησαν οχυρώματα στην διώρυγα του Σουέζ. Οι οχυρώσεις αυτές πήραν το όνομα «Γραμμή Μπάρ-Λεβ». Καθώς η διώρυγα του Σουέζ δημιουργούσε φυσικές οχυρώσεις, από τα πλευρικά αναχώματα, οι Ισραηλινοί έκαναν έργα εκβάθυνσης των αναχωμάτων, ενώ έχτιζαν περιμετρικά ένα τσιμεντένιο οχύρωμα κάθε 7-10 χλμ, με περίμετρο 300 μέτρα, προστατευμένα από συρματοπλέγματα και ναρκοθετημένες περιοχές. 

Η λάσπη και η άμμος που μαζεύονταν συσσωρεύονταν στην ανατολική όχθη, δημιουργώντας υψίπεδα ύψους 20 μέτρων και βάθους 10 μέτρων.

Στις αρχές Οκτωβρίου του 1973 η διεύθυνση Πληροφοριών του Ισραηλινού στρατού (AMAN) και ο αρχηγός της υποστράτηγος Έλι Ζέιρα, συνέταξαν μια έκθεση, η οποία έμεινε στην ιστορία ως το μεγαλύτερο φιάσκο στην ιστορία των ισραηλινών μυστικών υπηρεσιών. 

Το συμπέρασμα της έκθεσης ήταν πως οι πιθανότητες αραβικής επίθεσης ήταν ελάχιστες, παρόλο που οι δημόσιες απειλές των αράβων γίνονταν συχνότερες, και ο βασιλιάς της Ιορδανίας υποδείκνυε το αντίθετο. 

Το πρωί της 6ης Οκτωβρίου υπήρξε πληροφόρηση από πληροφοριοδότη, πως ο πόλεμος ήτανε σίγουρος, και τα ισραηλινά στρατεύματα άρχισαν τις κινητοποιήσεις.

Στις 13:55 
άρχισε η αιγυπτιακή επίθεση. 

Για να ξεπεραστεί το πρόβλημα της άμμου χρησιμοποιήθηκαν αντλίες νερού που άλλαξαν την ροή του νερού και αύξησαν την στάθμη με αποτέλεσμα να καταρρεύσει η συσσωρευμένη άμμος. Τα αιγυπτιακά άρματα πέρασαν το κανάλι μέσω πλωτών γεφυρών, ενώ αλεξιπτωτιστές έπεσαν στα νώτα της γραμμής άμυνας των ισραηλινών. 

Ταυτόχρονα υπήρξε αεροπορική και αντιαεροπορική κάλυψη. Μέχρι την 8η Οκτωβρίου οι Αιγύπτιοι είχαν προελάσει σε βάθος μόλις 6 χλμ. Παράλληλα άρχισε και η συριακή επίθεση. 

Τα συριακά στρατεύματα με μπουλντόζες και εξοπλισμό ανίχνευσης ναρκών προωθήθηκαν στην ουδέτερη ζώνη, εξαναγκάζοντας σε μερικές περιπτώσεις τους ισραηλινούς να υποχωρήσουν στα προηγούμενα σύνορά τους.

Η εξέλιξη του πολέμου

Παράλληλα οι αραβικές χώρες του OPEC επέβαλαν εμπορικό αποκλεισμό στις εξαγωγές πετρελαίου προς αμερικάνικες εταιρείες, και μείωση των εξαγωγών κατά 5% κάθε μήνα προς τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, δημιουργώντας έτσι την Α' πετρελαϊκή κρίση. 

Παρόλα αυτά στο συριακό μέτωπο οι ισραηλινές δυνάμεις σημείωσαν αξιοσημείωτη πρόοδο απωθώντας τους Συρίους από την ουδέτερη ζώνη, παραμένοντας αγκυστρωμένοι στα υψίπεδα του Γκολάν.

Στις 8 Οκτωβρίου υπήρξε η πρώτη επίθεση των ισραηλινών, με σκοπό να δημιουργήσουν ρήγματα στην αιγυπτιακή επίθεση, χωρίς όμως τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Επιπλέον υπήρξε και αμερικάνικη επιχείριση μεταφοράς στρατιωτικού εξοπλισμού προς το Ισραήλ από αμερικανικά αεροπλανοφόρα που έπλεαν τότε στην ανατολική Μεσόγειο.

Στο συριακό μέτωπο από τις 11 μέχρι τις 14 Οκτωβρίου, οι ισραηλινές δυνάμεις απώθησαν τις συριακές προς τη Δαμασκό, η οποία όμως ενισχύθηκε με 30.000 Ιρακινούς και 500 άρματα.

Στις 14 Οκτωβρίου, άρχισε η μεγαλύτερη μάχη αρμάτων μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο στην οποία έλαβαν μέρος περίπου1.000 αιγυπτιακά οχήματα εναντίον περίπου 800 ισραηλινών.Η πλάστιγγα άρχισε να γέρνει υπέρ των Ισραηλινών μετά την νίκη τους στη μάχη.

Την 15η Οκτωβρίου, τέθηκε σε εφαρμογή η επιχείρηση Valiant, που επιδίωκε την αποκοπή των αιγυπτιακών στρατευμάτων από τους δρόμους ανεφοδιασμού τους. 

Ισραηλινοί στρατιώτες πέρασαν στη δυτική όχθη του Σουέζ. Μέχρι τις 21 Οκτωβρίου η αιγυπτιακή 3η στρατιά είχε μόνον έναν δρόμο ανεφοδιασμού τον οποίο αμύνονταν.

Τέλος στις 22 Οκτωβρίου από τις 18:00 έγινε γνωστό πως θα πρέπει να επιβληθεί κατάπαυση του πυρός.

Η λήξη του πολέμου

Τις τελευταίες μέρες του πολέμου οι δυτικές χώρες τις Ευρώπης αρχίζουν διαπραγματεύσεις για την κατάπαυση του πυρός. Όσο οι Ισραηλινοί έκλειναν τον κλοιό γύρω από την 3η αιγυπτιακή στρατιά, οι σοβιετικοί πίεζαν για κατάπαυση του πυρός, με την από κοινού με τις ΗΠΑ παρέμβαση. 

Ωστόσο η κατάπαυση του πυρός καθυστερούσε με αποτέλεσμα, περίπου 90-100 σοβιετικά πολεμικά πλοία να κατευθύνονται στη Μεσόγειο, ενώ αμερικανικά ραντάρ εντόπισαν σε ένα από αυτά ίχνη πυρηνικών κεφαλών.

Τελικά στις 22 Οκτωβρίου, μετά από αμερικανοσοβιετικό ψήφισμα, η Συρία επέστρεψε στα προπολεμικά σύνορά της,ενώ η Αίγυπτος ανέκτησε τον πλήρη έλεγχο στις δύο όχθες του καναλιού του Σουέζ, καθώς και μια λωρίδα γης στη δυτική όχθη του Σινά. Στα νέα αυτά σύνορα στη συνέχεια εστάλησαν ειρηνευτικές δυνάμεις από τον ΟΗΕ.

Στις 24 Οκτωβρίου ψηφίστηκε από το Συμβούλιο Ασφαλείας κατάπαυση του πυρός. Μερικές σποραδικές επιχειρήσεις μετά την 26η του Οκτώβρη διακόπηκαν μετά από παρέμβαση των Σοβιετικών. 

Στις 28 Οκτωβρίου υπήρξαν απευθείας συνομιλίας ανάμεσα σε Αιγυπτίους και Ισραηλινούς, όπου και υπογράφθηκε η τελική εκεχειρία που οδήγησε στη διάσκεψη της Γενεύης. 

Στις 18 Ιανουαρίου οι Ισραηλινοί αποδέχτηκαν να αποσύρουν τις δυνάμεις τους από την ανατολική όχθη του καναλιού του Σουέζ.

Αποτέλεσμα

Από εκείνη την εποχή υπήρξαν στενότερες συνομιλίες μεταξύ Αιγύπτου και Ισραήλ, με αποτέλεσμα να λυθούν οι διαφορές τους με τη συνδρομή του αμερικανού προέδρου Τζίμι Κάρτερ στις 5 Σεπτεμβρίου του 1978 και οι Ισραηλινοί να εγκαταλείψουν τη χερσόνησο του Σινά. 

Επιπλέον ο Πόλεμος του Γιομ Κιπούρ είχε και ελληνική εμπλοκή, καθώς ο δικτάτορας της Χούντας, Γεώργιος Παπαδόπουλος, αρνήθηκε την διέλευση και χρήση των αεροδρομίων της Σούδας και Ελευσίνας από τους Αμερικανούς προς συνδρομή των Ισραηλινών, σε αντίθεση μ’ εκείνη της ελεύθερης παραχώρησης του εθνικού εναέριου χώρου, των ελληνικών χωρικών υδάτων και της χρήσης των πολεμικών αεροδρομίων το 1967. 

Συνέπεια αυτού ήταν η γνωστή διαδοχή του Παπαδόπουλου από τον Δ. Ιωαννίδη και η ανάληψη της Προεδρίας από τον στρατηγό Φ. Γκιζίκη.

Πόλεμος του Γιομ Κιπούρ 
(6 - 26 Οκτωβρίου 1973)

Τόπος: Χερσόνησος του Σινά, Υψίπεδα του Γκολάν

Μαχόμενοι: Ισραήλ - Αίγυπτος, Συρία, Ιράκ

Αρχηγοί:


Ισραήλ: Μοσέ Νταγιάν, Νταβίντ Ελάζαρ, Ίσραελ Ταρ, Χαίμ Μπαρ-Λεβ

Αίγυπτος: Σαάντ Ελ-Σάζλυ, Μουσταφά Τλας, Ανουάρ Σαντάτ

Συρία: Χαφέζ Αλ-Άσαντ, Αχμέντ Ισμαήλ Αλί

Δυνάμεις:

Ισραήλ: 415.000 στρατιώτες, 2300 άρματα μάχης, 3000 ΤΟΜΠ, 945 πυροβόλα, 561 αεροπλάνα, 84 ελικόπτερα, 38 πλοία

Αίγυπτος: 800.000 στρατιώτες (300.000 αναπτύχθηκαν, 80.000 πέρασαν), 1700 άρματα μάχης (1.020 πέρασαν), 2400 ΤΟΜΠ, 1120 πυροβόλα, 400 μαχητικά αεροσκάφη, 140 ελικόπτερα, 104 πλοία

Συρία: 150.000 στρατιώτες (60.000 αναπτύχθηκαν), 1.400 άρματα μάχης, 800–900 ΤΟΜΠ, 600 πυροβόλα, 350 αεροπλάνα, 36 ελικόπτερα, 21 πλοία

Ιράκ: 30.000 στρατιώτες, 250-500 άρματα μάχης, 500 ΤΟΜΠ, 200 πυροβόλα, 73 αεροπλάνα 

Μπόλαρης :
Η Μοσάντ και η προδοσία της Κύπρου, 1974



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου