Σάββατο 20 Ιουλίου 2019

24 ΙΟΥΛΙΟΥ 1974.Η ΜΑΥΡΗ ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΤΗΣ ΕΙΣΒΟΛΗΣ & ΤΟ ΠΑΝΗΓΥΡΙ ΤΗΣ ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΕΥΣΗΣ.

20 ΙΟΥΛΙΟΥ 1974. 
Η ΜΑΥΡΗ ΕΠΕΤΕΙΟΣ. 
ΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ ΕΙΣΒΑΛΟΥΝ 
ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΥΠΡΟ ΜΑΣ.

4 ημέρες μετά μαζεύεται κάθε χρόνο  το κλεπτοκρατικό αντισυνταγματικό τόξο για να εορτάσει την τις παρανομίες του εις βάρος του Ελληνικού λαού από το 1974 και δώθε. 



Σε παλιότερες συνάξεις υπήρχε και χοροεσπερίδα, αλλά τα τελευταία χρόνια κρατούν χαρακτήρα- τρομάρα τους – και τελούν μόνο εσπερίδα άνευ φαγητού. 

Πάμε να δούμε λοιπόν για ποιο λόγο γίνεται αυτή η εορτή για τη δημοκρατία, όπως καθιερώθηκε να ονομάζεται και να τελείται κάθε 24η Ιουλίου. 


Εορτάζουν, λένε οι ειδήμονες των πολιτικών δρώμενων, την κατάρρευση της επάρατης χούντας και την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας από τους λαοσώστες πολιτικούς τον Ιούλιο του 1974. Εορτάζουν λοιπόν την επάνοδο του <εθνάρχη> από την αυτοεξορία του από το Παρίσι- άκου αυτοεξορία και μάλιστα στο Παρίσι- την ίδια στιγμή που το αίμα στην Κύπρο έρεε άφθονο. 


Ήταν τέτοιου μεγέθους και τέτοιας προβολής η αποκατάσταση και η εγκαθίδρυση της δημοκρατίας που κάθε τομέας της κοινωνίας έτυχε εκπτώσεων άνευ προηγουμένου. 


Με την «αποκατάσταση» προσβλήθηκε πρώτα η παιδεία με τις μεταρρυθμίσεις Ράλλη. Έπειτα μας βάλανε στην ΕΟΚ, όπου άρχισε η αποδόμηση της Εθνικής μας κυριαρχίας. 


Την διακυβέρνηση ανέλαβε μετά το αλήστου μνήμης ΠΑΣΟΚ όπου εκβαρβάρωσε τη γλώσσα με την εισαγωγή του μονοτονικού. Έπειτα περίλαβαν το θεσμό της οικογένειας με την νομιμοποίηση του πολιτικού γάμου και με κερασάκι στην τούρτα την νομιμοποίηση των εκτρώσεων. Φώναζαν οι τότε αντιπολιτευόμενοι ψευτονεοδημοκράτες, αλλά όταν έγιναν εξουσία τα ξέχασαν όλα. Στη συνέχεια αλώθηκε ο δημοσιοϋπαλληλικός τομέας όπου κάθε άξεστος και αμόρφωτος διορίστηκε στο δημόσιο. 


Τα οφέλη της αποκατάστασης συνεχίστηκαν με την αποβιομηχάνιση της Χώρας και τους εργατοπατέρες να έχουν τον πρώτο λόγο. Η «αποκατάσταση» συνεχίστηκε την δεκαετία του 1990 με την νομιμοφανή αφαίμαξη των περιουσιών του Ελληνικού λαού μέσω χρηματιστηρίου, αλλά συνάμα είχαμε κι άλλες εκπτώσεις στην παιδεία μιας και τότε «θεσμοθετήθηκαν» οι καταλήψεις στα σχολεία, γάγγραινα που συνεχίζεται ως τις μέρες μας. τη δεκαετία του 2000 εκβαραθρώθηκε κάθε αρχή και αξία πατροπαράδοτη που είχε στο πετσί του ο Έλληνας, μιας και ήταν η εποχή των παχιών αγελάδων. 


Το δανεικό χρήμα που έπαιρναν οι τότε κυβερνήσεις έρεε άφθονο στα ελληνικά νοικοκυριά εκμαυλίζοντας ό,τι είχε μείνει ορθό από αρχές και αξίες. Στη συνέχεια η άπλετη δημοκρατία που σκέπαζε τον Τόπο επέτρεψε και την οικονομική του καταστροφή, θέτοντας τη Χώρα υπό διεθνή επιτροπεία. 


Τα οφέλη από την «αποκατάσταση» συνεχίστηκαν φθάνοντας σε σημείο, οι κίναιδοι και οι λεσβίες να κάνουν δημόσιες παρελάσεις «εορτάζοντας» την νομοθέτηση του να παντρεύονται μεταξύ των και να υιοθετούν παιδιά, ερεθίζοντας κατ’ αυτό τον τρόπο τις θρησκευτικές αρχές του λαού μας.


Η αποκατάσταση μας έκανε να ζούμε θέλοντας και μη με τριτοκοσμικά φύλα πράγμα που οι προεκτάσεις του είναι οδυνηρές για τον Τόπο. Η συνέχεια των κοινωνικών εκπτώσεων από την «αποκατάσταση» μεσουρανεί ακόμη και σήμερα δείχνοντας μας τη δράση των μπαχαλάκηδων, πώς να σπάνε μηχανήματα εισιτηρίων, πώς να πυρπολούν λεωφορεία και τρόλεϊ, πώς να ξυλοφορτώνουν καθηγητές αλλά και απλό κοσμάκη, πώς να κάνουν επιθέσεις και εισβολές σε όποιο δημόσιο ή ιδιωτικό κτίριο τους γουστάρει, με τις εκπτώσεις να μην έχουν κατευνασμό. 


Είναι να μην δακρύσει κανείς όταν απολαμβάνει τέτοια οφέλη που του προσφέρει απλόχερα η «δημοκρατία»; ! ! !

Οι ρίζες όμως της σημερινής μας οικονομικής χρεοκοπίας βρίσκονται στο μαύρο καλοκαίρι της Κυπριακής Τραγωδίας του 1974

Η μεταπολιτευτική δημοκρατία γεννήθηκε πάνω στα ερείπια μιας μεγάλης εθνικής καταστροφής, την οποία ξεπερνά σε σημασία μόνο ο ξεριζωμός του Ελληνισμού της Ιωνίας, του Πόντου και της Ανατολικής Θράκης. Οι μέρες που διάγουμε σηματοδοτούν την οριστική κατάρρευση της μεταπολίτευσης, υπό το βάρος της οικονομικής χρεωκοπίας της χώρας. 


Όμως, πολύ πριν χρεωκοπήσει οικονομικά, η μεταπολιτευτική μας δημοκρατία είχε χρεωκοπήσει ηθικά. Η σημερινή της κατάρρευση, μέσα σε μία ατμόσφαιρα σήψης, αποσύνθεσης και ηθικής παρακμής, ήταν προδιαγεγραμμένη και έχει σε μεγάλο βαθμό τις ρίζες της σε εκείνο το μαύρο καλοκαίρι του 1974. 


Την προδίκασε η αδυναμία της, ή ακριβέστερα η συνειδητή της άρνηση, να αποκαθάρει το άγος του πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής και να αποδώσει δικαιοσύνη για την Κυπριακή Τραγωδία. Τιμωρώντας όσους άνοιξαν την Κερκόπορτα στο Πεντεμίλι της Κυρήνειας και τιμώντας όσους προέταξαν τα στήθη τους, υπερασπιζόμενοι τέσσερις χιλιάδες χρόνια ελληνικής ιστορίας στο νησί του Ευαγόρα.


Δεν υπάρχει τίποτα το μεταφυσικό σε αυτή τη διαπίστωση. Ούτε η μοίρα της ελλαδικής κοινωνίας το είχε γραμμένο – για όσους την θεωρούν πλοηγό της ζωής, ούτε ο Θεός μας τιμώρησε – για όσους πιστεύουν στην ύπαρξή Του. Απλά, η ηθική συγκρότηση μιας κοινωνίας, αποτελεί ασφαλή οδηγό και πρόκριμα για την κατάληξή της. 


Μία κοινωνία που ανέχτηκε τον ενταφιασμό της διερεύνησης των ευθυνών για μία τέτοια εθνική καταστροφή, ήταν θέμα χρόνου να συναντήσει την επόμενη.Τριάντα πέντε (και κάτι) χρόνια μετά, είναι ασήμαντος ιστορικός χρόνος. 


Θα μπορούσε να είχε συμβεί αργότερα, ή και νωρίτερα, ήταν όμως νομοτελειακό πως η κατάρρευση θα ερχόταν. Τα συμπτώματα της Ύβρεως που διαπράχθηκε ήσαν πολλά και εξόφθαλμα αλλά και το δέλεαρ που έπεισε το κοινωνικό σώμα να ανεχθεί τη συγκάλυψη, κι αυτό ήταν ευδιάκριτο.


Η Ύβρις υπήρξε τεράστια, ανήκουστη. Κανείς δεν τιμωρήθηκε για την ανείπωτη Τραγωδία! Οι στρατηγοί, ναύαρχοι, πτέραρχοι, και ό,τι άλλο τέλος πάντων ήταν τότε, που σχεδίασαν και εκτέλεσαν το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου (ή δεν έκαναν τίποτα για να το εμποδίσουν, αρκούμενοι στο να μιλούν με τους Αμερικανούς και τον ξένο «παράγοντα»), έζησαν – ή ζουν ακόμα – εν τιμή, απολαμβάνοντας τίτλους, συντάξεις και προνόμια. Όσοι ολιγώρησαν μπροστά στον εισβολέα (ενώ ίσως είχαν αποδειχθεί «λιοντάρια» στο πραξικόπημα), δεν ελέγχθηκαν ποτέ. 




O θλιβερός θίασος που υποδυόταν την «ελληνική κυβέρνηση»κατά το πραξικόπημα και την πρώτη φάση της τουρκικής εισβολής, δεν αντιμετώπισε ποτέ τη δικαιοσύνη. Οι πολιτικοί άνδρες που ανέλαβαν τα ηνία στις 23 Ιουλίου, δεν έδωσαν ποτέ εξηγήσεις για όσα έκαναν ή, το κυριότερο, παρέλειψαν να κάνουν, για να υπερασπιστούν την μεγαλόνησο από την ολοφάνερα επικείμενη δεύτερη φάση των επιχειρήσεων. 


Απεναντίας, όσοι ρίχτηκαν στις 20 Ιουλίου στον αγώνα, με το πάθος που πραγματικά ταίριαζε σε όσους αξιώθηκαν τέτοια τιμή, υβρίστηκαν, συκοφαντήθηκαν και αφέθηκαν ανενδοίαστα στη λήθη, στην αδιαφορία και στην απαξίωση. Και όσοι από αυτούς είχαν την ατυχία να απωλέσουν τη σωματική τους αρτιμέλεια ή την ψυχική και σωματική τους υγεία, υπέστησαν απίστευτους εξευτελισμούς από τη μεταπολιτευτική μας δημοκρατία. 


Οι νεκροί, οι τραυματίες, οι αγνοούμενοι, οι πρόσφυγες, τα ορφανά, οι κακοποιημένες γυναίκες της εισβολής, αφέθηκαν να ξεχαστούν. Τι τύχη είχε μία δημοκρατία που διαπράττει τέτοια ανομία; Δεν ήταν φανερό πού θα κατέληγε;


Η Κυπριακή Τραγωδία του 1974 δεν είναι όμως ένα οποιοδήποτε γεγονός. Πρόκειται για μία πολιτικο-στρατιωτική ήττα που σημαδεύει ανεξίτηλα την Ιστορία του Έθνους και υποθηκεύει το μέλλον του Ελληνισμού σε μία πανάρχαια κοιτίδα του. 


Τι είδους δημοκρατία είναι αυτή που αρνείται να διερευνήσει τα αίτια ενός τέτοιου εφιάλτη, επικαλούμενη πως θα διαταραχθούν οι σχέσεις της χώρας με τον «ξένο παράγοντα»; 


Τι είδους κοινωνία είναι αυτή που ανέχεται, λιγότερο από δεκαπέντε χρόνια μετά την τραγωδία, υποκριτικό «άνοιγμα» του φακέλου της Κύπρου για να εξυπηρετηθούν εκλογικές σκοπιμότητες της στιγμής;


Δεν της αξίζει να καταρρεύσει μέσα στη γενική καταισχύνη; 


Μία δημοκρατία που αφήνει άταφους και λησμονημένους τους ήρωές της και ατιμώρητους τους υπεύθυνους μίας ιστορικής καταστροφής, επειδή 

«…ανακύπτει κίνδυνος να προκύψουν γεγονότα ικανά να διαταράξουν τας διεθνείς σχέσεις της Ελλάδος μετ’ άλλων κρατών…», δεν έχει προδιαγράψει το μέλλον της; 


Δεν ήταν φανερό πως η κοινωνία της θα άκουγε κάποτε έναν gauleiter από την Εσπερία να δηλώνει ωμά πως «η εθνική κυριαρχία των Ελλήνων θα περιοριστεί σε μεγάλο βαθμό»;


Ξέρω πως πολλοί θα καγχάσουν με όσα υποστηρίζει αυτό το σημείωμα. «Τι σχέση έχει», θα πούν, «η οικονομική μας χρεωκοπία, με τα όσα έγιναν το καλοκαίρι του 1974»; “It’s the economy stupid!”, θα φωνάξουν οι γιάπηδες του LSE και του Harvard. Ποιά Κύπρος; Εδώ μιλάμε για ΑΕΠ, spreads, CDS, το διογκωμένο δημόσιο, τα swaps, τι είναι αυτά που μας λές; 




Πικρό και παγωμένο θα είναι όμως το γέλιο τους. Γιατί όλοι ξέρουμε πως μία κοινωνία χρεωκοπεί οριστικά, μόνο όταν διαλυθεί το σύστημα αξιών της. Αυτό είναι που της επιτρέπει να σταθεί όρθια και να αντέξει φυσικές και οικονομικές καταστροφές, πολέμους, αναποδιές και δυστυχίες. 


Η ελλαδική κοινωνία υπονόμευσε το σύστημα αξιών της, όταν απέστρεψε το πρόσωπο από την κυπριακή τραγωδία, για να κυνηγήσει την επίπλαστη οικονομική ευμάρεια της μεταπολίτευσης. Και τώρα είναι γονατισμένη και ανίκανη να αντιδράσει. 


Θα στοιχημάτιζε κανείς, έστω και μία πεντάρα, πως η ελλαδική κοινωνία έχει τη δύναμη να αντέξει μία πτώχευση; Γιατί, το δίλημμα του αν μπορεί να αντέξει κάτι πιο επώδυνο (όπως π.χ. την ανάγκη να υπερασπιστεί ενόπλως την ανεξαρτησία και την ακεραιότητά της), αρνούμαι ακόμη και να το εκφέρω ....


Πιστεύω πως η προσπάθεια που έκανε η κοινωνία μας να αποστρέψει το πρόσωπο από (τις ευθύνες της και το χρέος της προς) την Κύπρο, οδήγησε σε καταστάσεις περίεργες. Η πολιτική μας ηγεσία, γιορτάζει κάθε χρόνο στις 24 Ιουλίου την επάνοδο της Δημοκρατίας, με μία glamorous (παλαιότερα τουλάχιστον) δεξίωση της Προεδρίας. 


Η δεξίωση αυτή και ο χρόνος τέλεσής της, ενσαρκώνει την τραγωδία που ανεπίγνωστα μάλλον, έζησε η δική μου γενιά – η γενιά της μεταπολίτευσης, των σημερινών πενηντάρηδων. 


Ποτέ δεν κατάφερα να συνέλθω από την διαπίστωση πως την ώρα εκείνη, της 23ης Ιουλίου του 1974, που εγώ ανέμιζα μία σημαία στην Αθήνα πανηγυρίζοντας για την κατάρρευση της δικτατορίας, κάποια παιδιά της γειτονιάς μου, της πόλης μου, του συγγενικού μου κύκλου, της διπλανής πόρτας τελικά, πέθαιναν μαχόμενοι στην Κυπριακή Γή, σε μία μάχη αισχρά προδομένη.


Την ίδια ακριβώς ώρα που εγώ ανέμιζα τη σημαία και όλοι γύρω μου πανηγύριζαν, στην Κύπρο, η ΕΛΔΥΚ υπερασπιζόταν το στρατόπεδό της και τα όπλα της έπαιρναν φωτιά. 


Η ελλαδίτικη Α’ Μοίρα Καταδρομών έθαβε 30 καρβουνιασμένα παλικάρια, θύματα της γελοιότητας αυτών που δεν λογοδότησαν ποτέ, και έπαιρνε θέση για τη μάχη που κράτησε ελεύθερο το αεροδρόμιο της Λευκωσίας. Η 33η Μοίρα Καταδρομών είχε παραδώσει στην αγκαλιά του Πενταδάκτυλου τονΤαγματάρχη Κατσάνη και στην Αθανασία τους 120 αξιωματικούς και καταδρομείς της που προσπάθησαν να κλείσουν με τα κορμιά τους το ρήγμα της Κυρήνειας, από όπου έμπαινε σιδερόφρακτος πια ο Αττίλας. 


Η 31η Μοίρα Καταδρομών αγρυπνούσε φυλάγοντας τη ρημαγμένη Κυπριακή Γή, ανασταίνοντας με τη λαμπρή της δράση από τον Πενταδάκτυλο ως το Πυρόι, το 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων του Πλαστήρα. Και η Δόξα μελετούσε το ανάστημα του Παύλου Κουρούπη, του Ελευθέριου Τσομάκη και των λαμπρών συμμαχητών τους, που διάλεξαν να στοιχειώσουν την Κυρήνεια με τη θυσία τους, παρά να φύγουν. Εμείς όμως στην Αθήνα, εκείνη ακριβώς τη στιγμή, τίποτα από αυτά δεν γνωρίζαμε και τίποτα από αυτά δεν φαινόταν να μας νοιάζει. 


Το πανηγύρι της Μεταπολίτευσης, μόλις είχε ξεκινήσει. Δεν το σταματούσε ούτε η κλαγγή των όπλων, ούτε ο ορυμαγδός της μάχης από τη μαρτυρική Κύπρο. Δεν το σταμάτησε ούτε ο Αττίλας ΙΙ. Μόνο τώρα πια σταματάει, μάλλον με τον τρόπο που του άξιζε ....


Θα πρότεινα στο σημείο αυτό, πριν αποτιμήσει ο αναγνώστης τα όσα έγραψα σε αυτό το σημείωμα, να κάνει λίγο ακόμα υπομονή, και να γυρίσει τη ματιά του 80 χρόνια πίσω, για να κάνει μία σύγκριση. Για να σκεφτεί, αν ο ισχυρισμός του σημειώματος αυτού πως η ρίζα της χρεωκοπίας βρίσκεται στην απροθυμία της ελλαδικής κοινωνίας να αποκαθάρει το άγος του 1974, έχει κάποια βάση. 


Το Σεπτέμβρη του 1922, φαινόταν να καταρρέει όχι μόνο η «Μεγάλη Ιδέα» αλλά ολόκληρο το Ελληνικό Κράτος. Τελείωνε με το χειρότερο δυνατό τρόπο μία πολεμική περιπέτεια δέκα ετών. 


O διπλασιασμός της εδαφικής έκτασης της χώρας (1912-13) κινδύνευε να εξανεμιστεί από την οδυνηρή ήττα στη Μικρά Ασία, που έθετε σε κίνδυνο την ύπαρξη του Έθνους. Τα πάντα κατέρρεαν. Τα θλιβερά απομεινάρια μιας ένδοξης Στρατιάς διέρρεαν σε αποσύνθεση, μαζί με πλήθη προσφύγων που ετοιμάζονταν να περάσουν το Αιγαίο και να έλθουν στην ηπειρωτική Ελλάδα.


Ας κάνει τώρα ο αναγνώστης ένα μικρό χρονικό άλμα: μόλις 18 χρόνια μετά, και μάλιστα ύστερα από μία περίοδο ανώμαλου πολιτικού βίου και αλλεπάλληλων στρατιωτικών κινημάτων, μία επίσημη χρεωκοπία (1932) και μία τετράχρονη δικτατορία,το ίδιο Έθνος έγραφε την εποποιία του ’40, γονατίζοντας κυριολεκτικά (τη μία) και ηθικά (την άλλη), δύο αυτοκρατορίες της εποχής.


Πώς επετεύχθη αυτό; Θα είχε συμβεί αν δεν είχε αποκαθαρθεί το άγος της Μικρασιατικής Καταστροφής με την δίκη και την εκτέλεση των 6; Θα είχε καταφέρει χωρίς αυτή την κάθαρση, η ηγεσία της εποχής, να συγκροτήσει τη Στρατιά του Έβρου και να επιτύχει τους όρους της Λωζάνης; Θα είχε σταθεί όρθιο το Έθνος; Αμφίβολο. Του «Έθνους η ειμαρμένη» απαίτησε Κάθαρση. Τιμωρία. Για κάποιους ίσως άδικα, αλλά δεν γινόταν αλλιώς.


Ας συγκρίνει λοιπόν τώρα ο αναγνώστης, το τότε και το σήμερα. Η φτωχή, ηττημένη, ταπεινωμένη Ελλάδα του 1922, μετά την Κάθαρση της Μικρασιατικής Τραγωδίας στάθηκε στα πόδια της και ανάγκασε 18 χρόνια μετά όλη την οικουμένη να υποκλιθεί στο μεγαλείο της ελληνικής ψυχής. 


Αντίθετα, η ευημερούσα Ελλάδα του 1974, «ταϊστηκε» με «δημοκρατία», «σοσιαλισμό» και «οικονομική ανάπτυξη», και αγνόησε την ιστορική αναγκαιότητα και την αδήριτη εσωτερική ανάγκη του κοινωνικού σώματος για τιμωρία των ενόχων της Κυπριακής Τραγωδίας.


45 χρόνια μετά, και αφού είδε να περνά μπροστά της τόσος πλούτος όσος ίσως δεν είχε εμφανιστεί σε καμμία άλλη περίοδο του ελεύθερου βίου της, η Ελλαδική κοινωνία καταρρέει παταγωδώς. Καταρρέει, βασανιστικά και εξευτελιστικά, περίγελως των Εθνών της Γης. 


Μη έχοντας ηθική πυξίδα, εκμαυλισμένη και αποπροσανατολισμένη, διαλύεται αδυνατώντας να βρεί στήριγμα στην εθελόδουλη μεταπολιτευτική πολιτική elite, αλλά και στη γελοία, νεο-πλουτίστικη οικονομική elite (της οποίας οι «εκλεκτοί», κάποτε διασκέδαζαν εκτοξεύοντας αλλήλοις αστακούς, σε εκείνα τα «υπέροχα» καλοκαιρινά μυκονιάτικα parties της περιόδου του Χρηματιστηρίου, έξοχα δείγματα της αισθητικής μιας μεταπολίτευσης που οικοδομήθηκε πάνω στα ερείπια του Κυπριακού Ελληνισμού). 



Μετά από αυτή την ιστορική αντίστιξη, ας καγχάσει όποιος θέλει για το περιεχόμενο αυτού του άρθρου. Αν μπορεί, φυσικά. Οι σκιές του Κυπριακού καλοκαιριού του 1974, και το βλέμμα εκείνου του αγοριού μπροστά στον τοίχο που κραυγάζει μέσα στην εκκωφαντική σιωπή της φωτογραφίας 


«Κανένας δεν ξεχνά, Τίποτα δεν ξεχνιέται!» 

θα στοιχειώνουν για πάντα τις μέρες μας.


Η Κύπρος τιμωρεί διαχρονικά και αυτούς που «εμήδισαν», και αυτούς που την ξέχασαν. Μάλλον, δεν θα καταφέρουμε να μάθουμε με σιγουριά αν κάποιοι «εμήδισαν», απλά το υποπτευόμαστε. Σίγουρα όμως, η ελλαδική κοινωνία επέλεξε να ξεχάσει. 


Αλλά, όπως μαρτυρά ο σοφός λαός, όπως στρώνει κανείς, έτσι κοιμάται.

Kίμωνος, του Αθηναίου


Θα γιορτάζουν και πάλι οι… δημοκράταροι, της «δημοκρατίας ‘74», στο σύνολό τους! Είναι βέβαια η δεύτερη γιορτινή μέρα του χρόνου γι’ αυτούς – η άλλη είναι η 17 Νοεμβρίου, της διαβόητης «Γενιάς του Πολυτεχνείου».


Λένε επέστρεψε ο « εθνάρχης » τους και το υπόλοιπο κοπάδι των φαύλων πολιτικάντηδων, την ίδια ώρα που η Κύπρος δεχόταν την εισβολή του Αττίλα. Διόλου τυχαία.

Την πούλησαν για να ξαναγυρίσουν!


Ξαναγύρισαν και διέλυσαν τη χώρα! Από πού ν’ αρχίσεις και που να τελειώσεις. Παρέλαβαν μια οικονομία ακμάζουσα, με μηδέν ανεργία...και εξωτερικό χρέος και μερικά χρόνια αργότερα οδήγησαν την καταχρεωμένη χώρα στα νύχια των διεθνών τοκογλύφων του ΔΝΤ! 
Έκλεισαν στη φυλακή τους πρωτεργάτες του οικονομικού θαύματος – κι «όταν λέμε ισόβια, εννοούμε ισόβια»! 
Ολοκλήρωσαν την προδοσία, με τον Αττίλα 2, γιατί «η Κύπρος κείται μακράν»! Διέλυσαν την Παιδεία, παραδίδοντάς την στα χέρια της αριστεράς, με αποτέλεσμα να βγαίνουν από τα σχολεία στρατιές αγραμμάτων!

Την Ιστορία μας την έγραψαν πλέον οι διψασμένοι για εκδίκηση ηττημένοι! 

Γέμισαν την Ελλάδα με μουσουλμάνους λαθρομετανάστες! 

Έδιωξαν τους νέους στο εξωτερικό, γιατί η Ελλάδα δεν έχει να τους προσφέρει τίποτα, όπως την κατάντησαν!

Και προπάντων, έφαγαν, έφαγαν, έφαγαν το σκασμό, κι ακόμα δεν έχουν χορτάσει!

«Δημοκράταροι» φτάνει, πάρτε τη «δημοκρατία» σας και φύγετε από δω, αλλά πρώτα, φέρτε πίσω τα κλεμμένα!


Τρίτη 16 Ιουλίου 2019

17 ΙΟΥΛΙΟΥ 1974: Ο ΑΤΤΙΛΑΣ ΠΗΡΕ ΤΟ ΠΡΑΣΙΝΟ ΦΩΣ ....ΕΡΧΟΤΑΝ.

ΤΟ ΑΠΟΡΡΗΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΕΛΔΥΚ 
ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΕΙΣΒΟΛΗ.
Ο «Αττίλας» ερχόταν

Η πρώτη βόμβα που έπεσε στην Κύπρο, ξημερώματα της 20ής Ιουλίου 1974, κατέστρεψε την Αίθουσα Επιχειρήσεων της ΕΛΔΥΚ. Η δεύτερη, το Κέντρο Επικοινωνιών της ίδιας μονάδας. Το χρονικό ενός πολέμου, που αναμένεται να αναγνωριστεί επισήμως με νομοσχέδιο του Υπουργείου Άμυνας, έχει καταγραφεί στις σελίδες του Απόρρητου Πολεμικού Ημερολογίου της Ελληνικής Δύναμης Κύπρου.

Συντάκτης του είναι ο Tαγματάρχης Θεοδόσης Καλλιώρας, τότε διευθυντής του 3ου Γραφείου. Ο ίδιος κρατούσε σημειώσεις κατά τη διάρκεια των μαχών, που δακτυλογραφήθηκαν μετά τη λήξη της δεύτερης φάσης του πολέμου, πριν από 24 χρόνια, από τον Λάμπρο Γώγο της 103 σειράς. Το στρατόπεδο είχε καταστραφεί και, με τη λήξη της δεύτερης φάσης, παραδόθηκε στους Τούρκους στις 16 Αυγούστου. Επισήμως, η τουρκική εισβολή είχε τελειώσει...

«Αποτελεί τις σελίδες μιας ιστορίας που ακόμη δεν έχει αναγνωρίσει το επίσημο κράτος», επισημαίνει ο δακτυλογράφος του ημερολογίου, σήμερα πρόεδρος του Συνδέσμου Πολεμιστών ΕΛΔΥΚ. «Μπορεί να μην είναι πλήρες το κείμενο, αλλά σίγουρα αναφέρει τα ελάχιστα απ' όσα έγιναν στην Κύπρο», συμπληρώνει ο ίδιος.

«Αν λιγοψυχήσαμε; Πρώτος εγώ το λέω. Κι όποιος πει ότι δε φοβάται στον πόλεμο είναι ψεύτης. Το θέμα είναι τι κάνεις για να επιβιώσεις. Έδειχνα ήρεμος, αλλά έπιανα το χέρι μου και μέτραγα διακόσιους σφυγμούς. Έχανα τον μπούσουλα. Το θέμα είναι ότι δεν την κοπάνησε κανένας», θυμάται ο Λ. Γώγος. «κερδίσαμε τις περισσότερες μάχες αλλά χάσαμε τον πόλεμο. Στο Μουσείο Ιστορίας του Λονδίνου έχει καταγραφεί ως μια από τις πιο άνισες μάχες που δόθηκαν. Και στις Θερμοπύλες χάσαμε, αλλά δεν αποτελούν μια ένδοξη σελίδα στην Ιστορία;».

ΑΠΟΡΡΗΤΟΝ
ΠΟΛΕΜΙΚΟΝ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ
(ΕΛΔΥΚ 20 ΙΟΥΛΙΟΥ 1974)
1. ΚΑΙΡΟΣ: Αίθριος - Λίαν θερμός (34-36°C).

2. ΕΧΘΡΟΣ: Πέντε αεροσκάφη τύπου ΝΤΑΚΟΤΑ και εν τύπου C130 έρριψαν, περί την 06.00 ώραν, αλεξιπτωτιστάς εις περιοχήν Δυτικώς χωρίου ΚΙΟΝΕΛΙ.

Την 06.05 ω δύο εχθρικά αεροσκάφη εβομβάρδισαν το Στρατόπεδον της ΕΛΔΥΚ αιφνιδιαστικώς διά δύο βομβών 1.000 λιβρών. Η πρώτη βόμβα έπεσεν επί της Αιθούσης Επιχειρήσεων, την κατέστρεψεν ολοσχερώς, ομοίως κατέστρεψεν το Διοικητήριον, τα πέριξ ΤΟΛ (Γραμματείας, ΕΣΑ, Ταμείου, Οδοντιατρείου, Εποπτείου, Καντίνας), τρία τζιπ, το ηλεκτρικόν δίκτυον και δίκτυον επικοινωνιών. Η ετέρα κατέστρεψεν κτίριον ΛΒΟ - Κέντρον Επικοινωνιών και αριθμόν οχημάτων. Προκάλεσαν επίσης απωλείας εις το προσωπικόν (νεκροί - τραυματίαι).


Την 08.30 ω έτερα δύο εχθρικά αεροσκάφη επολυβόλησαν το Στρατόπεδον και έρριψαν ρουκέτας. Επροξενήθησαν ζημίαι και ελαφραί απώλειαι εις προσωπικόν.


3. ΗΜΕΤΕΡΑ ΚΑΤΑΣΤΑΣΙΣ: Την 05.00 ω ο Δ/κτής της ΕΛΔΥΚ διατάσσει διασποράν Μονάδων εντός του Στρατοπέδου, ήτις επραγματοποιήθη εντός 30΄. Την 05.45 διατάσσεται εφαρμογή του Σταδίου «Δ» Α/Α Αμύνης (όπλα τεταγμένα. Α/Α βολή μόνον εις περίπτωσιν προσβολής). (...)

Την 09.00 ω εγένετο επιθετική αναγνώρισις, κατόπιν προφορικής Διαταγής ΓΕΕΦ, διά δύο Λόχων και ενός ουλαμού αρμάτων προς ΚΙΟΝΕΛΙ, με σκοπόν την εγκατάστασιν στοιχείου ασφαλείας εκείθεν της γραμμής αμύνης του στρατοπέδου και αναγνώρισιν της αμυντικής τοποθεσίας του εχθρού. Η ενέργεια ανεκόπη υπό πυρκαϊάς εκτεταμένης εις θάμνους και χόρτα προ της τοποθεσίας, ην δεν ηδυνήθησαν να διαβούν τα άρματα.

Την 17.00 δι' επιτελούς Τχου (ΠΖ) Μιχαήλ, απεστάλη Δ/γή επιθέσεως, δι' ης καθωρίζετο ότι περί την 18.30 θα εξεδηλούτο γενική επίθεσις διά δυνάμεων της ΙΙΙ ΑΤΔ και ΕΛΔΥΚ προς κατάληψιν ΚΙΟΝΕΛΙ. Ούτω την 18.30 εκτοξεύεται γενική επίθεσις με δύο ΤΟ εν α΄ κλιμακίω (με δύο Λόχους έκαστον) τη συνεργασία «ΙΛΗΣ» αρμάτων και τη υποστηρίξει Πυ/κού (Μοίρα). 

Η επίθεσις εξελίχθη επιτυχώς αρχικώς και τα τμήματα υπερέβησαν την πρώτην σειράν πολυβολείων της τοποθεσίας, ανεκόπη δε προ Α/Τ τάφρου και δευτέρας σειράς πολυβολείων, εις ην επαγιδεύθησαν δύο άρματα και δύο έτερα κατεστράφησαν. Ουδέν εκ των αρμάτων ηδυνήθη να διαβή την τάφρον. Το Πεζικόν προχωρήσαν και πέραν της τάφρου εδέχθη καταιγιστικά πυρά παρά πολ/λων και η περαιτέρω κίνησις κατέστη αδύνατος. 

Η επίθεσις διήρκεσε μέχρι της 02.00 ω της 21.7.74 και τα τμήματα έσχον μεγάλας απωλείας, δεδομένου ότι αι λοιπαί κατευθύνσεις δεν ευοδώθησαν, άμα τη εκδηλώσει και λόγω επικειμένης επελεύσεως του φωτός της ημέρας, καθ' ην η εχθρική αεροπορία θα προεκάλει σοβαράς απωλείας, απεφασίσθη η σύμπτυξις των τμημάτων, ήτις επερατώθη με το Π.Φ. κατόπιν διαταγής του ΓΕΕΦ.

4. ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΜΕΡΙΜΝΑ:

α. Διετάχθη τηλεφωνικώς η διανομή του εις χώρον της ΕΛΔΥΚ, φυλασσομένου οπλισμού του ΓΕΕΦ εις διάφορα τμήματα (επιστρατευομένους, εφέδρους, οργανώσεις κτλ.) με σειράν προτεραιότητος ΠΑΟ 106 χιλ., όλμοι 4,2΄΄ και ελαφρός οπλισμός.

β. Εκ των ως άνω βομβαρδισμών της πρώτης ημέρας η ΕΛΔΥΚ έσχεν τας κάτωθι απωλείας: Αξκοί τραυματίαι 2, Μόν. Υπξκοί τραυματίαι 3, Οπλίται νεκροί 3, τραυματίαι 10.

γ. Ομοίως κατά την νυκτερινήν επίθεσιν 20/21 προς ΚΙΟΝΕΛΙ εσημειώθησαν αι κάτωθι απώλειαι:

Αξκοί τραυματίαι 5, Μόν. Υπξκοί νεκροί 1, Οπλίται νεκροί 7, τραυματίαι 12, αγνοούμενοι 11.


Ο «Αττίλας» ερχόταν


Στις 19 Ιουλίου 1974, τέσσερις μόλις μέρες μετά το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου, τα ξένα ειδησεογραφικά πρακτορεία μετέδιδαν την είδηση ότι η Τουρκία είχε αρχίσει τις προεργασίες για εισβολή στην Κύπρο.


Οι πρωινές τουρκικές εφημερίδες, προτρέχοντας των γεγονότων, έγραφαν ότι ο αποβατικός στόλος βρισκόταν ήδη στα ανοιχτά της Κύπρου. Ηταν ένα τέχνασμα του Γενικού Επιτελείου, για να δεσμευτεί η τουρκική κυβέρνηση στην κοινή γνώμη και να μην μπορεί να υπαναχωρήσει, όσες πιέσεις κι αν δεχόταν.

Στην πραγματικότητα, ο στόλος αναχώρησε στις 10.30 το πρωί. Το ταξίδι προς τις βόρειες ακτές της Κύπρου θα διαρκούσε 20 ώρες. Το πρώτο αποβατικό πλοιάριο αναμενόταν να φτάσει γύρω στις 5.30 το πρωί της 20ής Ιουλίου. Το Γενικό Επιτελείο επέτρεψε την κινηματογράφηση του απόπλου του στόλου. Σκηνές μεταδόθηκαν από το BBC στο απογευματινό τηλεοπτικό δελτίο ειδήσεων των 5.30.

Οι πληροφορίες για επικείμενη εισβολή στην Κύπρο έφτασαν στο νησί μέσω των εκπομπών ξένων ραδιοσταθμών και διαδόθηκαν σε όλο το νησί από στόμα σε στόμα. Γύρω στο μεσημέρι διαδόθηκε ο ψίθυρος ότι στην Αμμόχωστο βρίσκονταν σε εξέλιξη συγκρούσεις μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. 

Στη Λευκωσία άρχισαν να κλείνουν τα καταστήματα και ο κόσμος αποσυρόταν στα σπίτια του. Το καθεστώς Σαμψών, προσπαθώντας να περιορίσει τον πανικό, διαβεβαίωνε την κοινή γνώμη ότι δεν έτρεχε τίποτα. Αργά το απόγευμα, το ΡΙΚ μετέδωσε ανακοίνωση του γενικού εισαγγελέα Κρίτωνα Τορναρίτη. Είχε δηλώσει πίστη στο πραξικοπηματικό καθεστώς και διατήρησε τη θέση του - σύμφωνα με την οποία η διασπορά ψευδών ειδήσεων ήταν ποινικό αδίκημα.

Η Τουρκία διέθετε 106 αποβατικά σκάφη, αλλά στο πρώτο αποβατικό κύμα συμμετείχαν μόνο 11, συνοδευόμενα από αντιτορπιλικά, αρματαγωγά και άλλα πλοία συνοδείας. Τα υπόλοιπα είτε διατηρήθηκαν ως εφεδρεία στη Μερσίνα, για να μεταφέρουν νέες δυνάμεις στην Κύπρο, είτε προωθήθηκαν προς το Αιγαίο για να χρησιμοποιηθούν για απόβαση σε ελληνικά νησιά, στην περίπτωση που η Ελλάδα θα έμπαινε στον πόλεμο. 

Μέχρι την έναρξη της εισβολής, η Τουρκία είχε μετακινήσει στα σύνορά της με την Ελλάδα το 70% των δυνάμεών της.

Η Τουρκία διέθετε το 1974 το μεγαλύτερο στρατό του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη. Είχε υπό τα όπλα 453.000 άντρες, από τους οποίους οι 365.000 υπηρετούσαν στο στρατό ξηράς, οι 40.000 στο ναυτικό και οι 48.000 στην αεροπορία. 

Το οπλοστάσιό της ήταν αμερικανικής προέλευσης και, για την εποχή του, σύγχρονο. Διέθετε 1.500 μεσαία άρματα μάχης Μ-47 και Μ-48, τεθωρακισμένα Μ-8, 1.000 τεθωρακισμένα φορτηγά Μ-59, 200 αυτοκινούμενα πυροβόλα, αντιαρματικούς πυραύλους κ.ά. Το ναυτικό διέθετε 19 αντιτορπιλικά, 17 υποβρύχια και κανονιοφόρους, 11 τορπιλακάτους, 4 αρματαγωγά, 106 αποβατικά, 67 βοηθητικά και διάφορα άλλα σκάφη. Η αεροπορία είχε στη δύναμή της 292 αεροσκάφη, μεταξύ των οποίων Φάντομ F-4E, F-104G, F-100D, F-84F κ.ά.

Στην επιχείρηση κατά της Κύπρου συμμετείχαν 40.000 στρατιώτες. Χρησιμοποιήθηκε η 39η Μεραρχία, η οποία είχε συγκροτηθεί μετά το 1964, αποκλειστικά και μόνο για να χρησιμοποιηθεί στην εισβολή κατά της Κύπρου. Η 39η Μεραρχία ενισχύθηκε από ένα σύνταγμα πεζοναυτών, μια ταξιαρχία αλεξιπτωτιστών και μια ταξιαρχία καταδρομέων. Η αποβατική δύναμη υποστηριζόταν από το ναυτικό και την αεροπορία. Γενικός συντονιστής της επιχείρησης ήταν το Γραφείο Ειδικού Πολέμου, με επικεφαλής τον στρατηγό Γιαμάκ Κεμάλ.

Η κυπριακή Εθνοφρουρά, από την άλλη, ήταν εξοπλισμένη με πεπαλαιωμένο υλικό, κυρίως ρωσικής προέλευσης, κατάλοιπο του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Διέθετε 35 απηρχαιωμένα άρματα μάχης Τ34, 45 τεθωρακισμένα μεταφοράς προσωπικού BTR, 20 πυροβόλα των 100 χιλιοστών και 60 πυροβόλα μικρότερων διαμετρημάτων. Διέθετε επίσης 45 βρετανικά τεθωρακισμένα οχήματα αναγνώρισης Μάρμον Χάριγκτον, 280 ΠΑΟ όλων των διαμετρημάτων, 20 αντιαεροπορικά πυροβόλα Μπόφορς και άλλα ελαφρότερα όπλα. Οι οπλίτες ήταν εφοδιασμένοι με τυφέκια Λι Ενφιλτ Νο 4, κοινώς μαρτίνια, κατάλοιπα κι αυτά του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Η μετακίνηση του ανθρώπινου δυναμικού, η ρυμούλκηση των πυροβόλων και η μεταφορά των εφοδίων στηριζόταν σε προπολεμικά οχήματα, τα οποία είχαν αποσυρθεί από το βρετανικό στρατό ως ακατάλληλα, τη δεκαετία του 1940. Η Κύπρος δεν διέθετε αεροπορία, ενώ το ναυτικό ήταν εξοπλισμένο με πέντε ρωσικές τορπιλακάτους. Τα μέσα αυτά ήταν υπέρ του δέοντος ικανοποιητικά για την επιτυχή διεξαγωγή ενός πραξικοπήματος, αλλά ελάχιστα για να αντιπαραταχθούν με έναν πολυπρόσωπο και άρτια οργανωμένο στρατό του ΝΑΤΟ, εξοπλισμένο με όλα τα μέσα για τη διεξαγωγή ενός σύγχρονου πολέμου. Εκτός από το αρνητικό για την Κύπρο ισοζύγιο δυνάμεων, η πραξικοπηματική ηγεσία της Εθνικής Φρουράς αποψίλωσε την άμυνα της Κύπρου και αποδιοργάνωσε όλες τις συγκροτημένες μονάδες της Εθνικής Φρουράς που διέθεταν βαριά όπλα.
Το τουρκικό σχέδιο


Σύμφωνα με το επιχειρησιακό σχέδιο που είχε καταρτίσει το τουρκικό γενικό επιτελείο, η επιδρομή κατά της Κύπρου θα άρχιζε με μαζικούς βομβαρδισμούς εναντίον στρατιωτικών εγκαταστάσεων της Εθνοφρουράς, με στόχο την πλήρη αποδιοργάνωση της άμυνας του νησιού. 

Θα ακολουθούσε η αποβίβαση δυνάμεων από τη θάλασσα στην ακτή δυτικά της Κερύνειας. Ταυτόχρονα, μεταγωγικά αεροπλάνα θα έριχναν μεγάλη δύναμη αλεξιπτωτιστών στον τουρκικό θύλακο βόρεια της Λευκωσίας, για να ενισχύσουν τις δυνάμεις των Τουρκοκυπρίων και της ΤΟΥΡΔΥΚ και να αντιμετωπίσουν οποιαδήποτε ενέργεια της Εθνικής Φρουράς. 

Η ενίσχυση του θυλάκου θα γινόταν και με δυνάμεις καταδρομών, που θα μεταφέρονταν στην περιοχή Αγύρτας, στη νότια πλαγιά του Πενταδάκτυλου, με αποστολή να κινηθούν προς τη βόρεια ακτή και να συνενωθούν με το προγεφύρωμα της Κερύνειας.

Στόχος των Τούρκων ήταν, μέσα στο πρώτο εικοσιτετράωρο, να δημιουργήσουν προγεφύρωμα στην ακτή της Κερύνειας, να καταλάβουν την πόλη, να συνενώσουν το λιμάνι με τον κύριο τουρκοκυπριακό θύλακο βόρεια της Λευκωσίας και να καταλάβουν το αεροδρόμιο της πρωτεύουσας.

Στις 21.15 της 19ης Ιουλίου, το ραντάρ του Σταθμού Εγκαιρης Προειδοποίησης (ΣΕΠ) της Ναυτικής Διοίκησης Κύπρου στο ακρωτήριο του Αποστόλου Ανδρέα εντόπισε έξι πλοία σε σχηματισμό να κατευθύνονται προς τον κόλπο της Αμμοχώστου. Τα τέσσερα από αυτά ήταν εμπορικά, αφού η νηοπομπή χρησιμοποιήθηκε παραπλανητικά από τους Τούρκους, για να παρασύρουν την Εθνική Φρουρά να μετακινήσει τις δυνάμεις της προς την Αμμόχωστο, για να είναι πιο εύκολη η απόβασή τους στην Κερύνεια. Περίπου μισή ώρα αργότερα εντοπίστηκαν από τα ραντάρ ακόμη έντεκα πλοία, τα οποία κατευθύνονταν προς το ακρωτήριο Κορμακίτη, βορειοδυτικά της Κύπρου. Αυτός ήταν ο πραγματικός αποβατικός στόλος.

Η ηγεσία της Εθνικής Φρουράς βρισκόταν στο ΓΕΕΦ και παρακολουθούσε τις εξελίξεις. Οπως ανέφερε σε μεταγενέστερη κατάθεσή του ο διοικητής Ναυτικού, αντιπλοίαρχος Γεώργιος Παπαγιάννης, είχε πάει στο γραφείο του ταξίαρχου Γεωργίτση, ο οποίος εκτελούσε χρέη αρχηγού της Εθνικής Φρουράς. 

Ο αρχηγός της Εθνικής Φρουράς, Γεώργιος Ντενίσης, διαφωνούσε με το πραξικόπημα και σκόπιμα κλήθηκε στην Αθήνα στις 13 Ιουλίου. Την επομένη του πραξικοπήματος διατάχθηκε να επιστρέψει στο νησί, αλλά αρνήθηκε να συμμορφωθεί και υπέβαλε την παραίτησή του. Τότε, η χούντα διόρισε ως αντικαταστάτη του τον αρχηγό του πραξικοπήματος, Μιχαήλ Γεωργίτση - και τον ενημέρωσε για τις κινήσεις του τουρκικού στόλου. «Ο Α/ΓΕΕΦ αμέσως, παρουσία μου, ετηλεφώνησεν εις ΑΕΔ διά του απ' ευθείας τηλεφώνου, το οποίον είχομεν εγκαταστήσει προ τετραημέρου. Εν συνεχεία μου είπεν να εξακολουθήσω την παρακολούθησιν τούτων και ότι εκ του ΑΕΔ του είπον ότι πρόκειται προφανώς περί ασκήσεως».

Γύρω στις δύο το πρωί της 20ής Ιουλίου τα έξι πλοία που έπλεαν προς τον κόλπο Αμμοχώστου έκαναν στροφή και πήραν πορεία προς την Τουρκία. 

Η πληροφορία διαβιβάστηκε και πάλι από τον Γεωργίτση στο Αρχηγείο Ενόπλων Δυνάμεων, για να πάρει την απάντηση πως «αυτό ήτο επιβεβαιωτική ένδειξις ότι επρόκειτο περί ασκήσεως». Στις τέσσερις τα χαράματα, τα άλλα έντεκα τουρκικά πλοία είχαν φθάσει σε απόσταση 15 μιλίων από την Κερύνεια.«Από της ώρας ταύτης, συνεχώς εδίδοντο αναφοραί εις ΑΕΔ, άνευ όμως ουδεμίας αντιδράσεως ή εντολής, υπό τούτων προς ημάς», αναφέρει ο Παπαγιάννης. Στις 4.30 η νηοπομπή σταμάτησε σε απόσταση 10 μιλίων από την Κερύνεια, εκτός των χωρικών υδάτων της Κύπρου. «Τούτο αναφέρεται εις ΑΕΔ. Αντίδρασις ουδεμία».

Ούτε τα στοιχειώδη…

Αποτέλεσμα εικόνας για ΜΠΟΝΑΝΟΣ ΓΑΛΑΤΣΑΝΟΣ ΑΡΑΠΑΚΗΣ
Ακόμη και εκείνη τη στιγμή το ΓΕΕΦ δεν διέταξε τις μονάδες της Εθνικής Φρουράς να εφαρμόσουν το σχέδιο συναγερμού, να εκκενώσουν τα στρατόπεδα και να μετακινηθούν στους χώρους διασποράς τους. Ετσι, η έναρξη της εισβολής, με ελάχιστες εξαιρέσεις, βρήκε τις μονάδες στα στρατόπεδά τους και τους στρατιώτες να κοιμούνται στους κοιτώνες τους. Μια από τις εξαιρέσεις ήταν η ΕΛΔΥΚ, που είχε ενημερωθεί έγκαιρα για την επικείμενη εισβολή. 

Ο αντισυνταγματάρχης Γεώργιος Κούρτης του κλιμακίου Κύπρου της ελληνικής ΚΥΠ πήγε στο στρατόπεδό της και ενημέρωσε σχετικά το διοικητή της, συνταγματάρχη Νικολαΐδη. Μια ώρα πριν από την έναρξη των τουρκικών επιχειρήσεων, ο Νικολαΐδης έθεσε την ΕΛΔΥΚ σε κατάσταση συναγερμού και διέταξε την εφαρμογή του σχεδίου διασποράς.

Στις 4.45 την αυγή άρχισε η τουρκική επίθεση με αεροπορικούς βομβαρδισμούς κατά στρατιωτικών εγκαταστάσεων στις βόρειες ακτές, στην οροσειρά του Πενταδάκτυλου και στην περιοχή Λευκωσίας. Βομβαρδίστηκε το στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ, τα στρατόπεδα πυροβολικού στην Αθαλάσσα και το αεροδρόμιο. 

Η τουρκική αεροπορία δεν σπατάλησε ούτε μια βόμβα για να καταστρέψει τα στρατόπεδα των αρμάτων μάχης (Τ-34) και των οχημάτων μεταφοράς προσωπικού (BTR) στην Κοκκινοτριμιθιά, επειδή γνώριζαν ότι ήταν κενά και τα άρματα βρίσκονταν στη Λευκωσία.

Ενόσω η αεροπορία συνέχιζε τους βομβαρδισμούς, τα αποβατικά σκάφη εκινούντο προς την ακτή. Στο λιμάνι της Κερύνειας ναυλοχούσαν δύο ρωσικής κατασκευής τορπιλάκατοι. Ο ναυτικός διοικητής διέταξε τον απόπλου τους «για να ελέγξουν τα πλοία, και αν βληθούν από αυτά, να επιτεθούν κατά της νηοπομπής». Οι τορπιλάκατοι βγήκαν από το λιμάνι της Κερύνειας λίγο μετά τις 5.00, για να εκτελέσουν, στην πραγματικότητα, αποστολή αυτοκτονίας. 

Σε 15 λεπτά, μια ρουκέτα που εκτοξεύτηκε από αεροπλάνο έπληξε την πρώτη τορπιλάκατο η οποία τέθηκε εκτός μάχης. Ο κυβερνήτης της την έστρεψε προς τη στεριά, για να σώσει το πλήρωμά της. Σε διάστημα πέντε λεπτών βυθίστηκε. Το πλήρωμα της πήδηξε στη θάλασσα και διασώθηκε κολυμπώντας προς την ακτή. Η δεύτερη τορπιλάκατος συνέχισε την πορεία της, πλησιάζοντας τον τουρκικό αποβατικό στόλο σε απόσταση δύο μιλίων, οπόταν κτυπήθηκε με βλήμα πυροβόλου αντιτορπιλικού και βυθίστηκε. Από το δεκαμελές πλήρωμά της σώθηκε μόνο ένας, ο οποίος, αν και σοβαρά τραυματισμένος, κατάφερε να φτάσει κολυμπώντας στην ακτή. 

Ηταν οι πρώτοι πεσόντες της τουρκικής εισβολής.


Στις 6.05 άρχισε η ρίψη αλεξιπτωτιστών στην περιοχή Κιόνελι-Μάνδρες, από δώδεκα μεταγωγικά αεροσκάφη. Μια ώρα αργότερα άρχισε η μεταφορά καταδρομέων, εφοδίων και υλικών, με περισσότερα από 80 ελικόπτερα, τα οποία προσγειώνονταν στην περιοχή Αγύρτας.

Τα μεταγωγικά αεροπλάνα και τα ελικόπτερα πηγαινοέρχονταν στην Τουρκία εντελώς ανενόχλητα. Τις πρώτες κρίσιμες ώρες δεν ρίφθηκε εναντίον τους ούτε μια αντιαεροπορική βολή. Οπως κατέθεσε αργότερα ο Γεωργίτσης, το ΓΕΕΦ είχε ζητήσει από το Αρχηγείο Ενόπλων Δυνάμεων «αποδέσμευσιν των πυροβόλων διά να κτυπηθούν οι αλεξιπτωτισταί» και του δόθηκε η απάντηση «αυτοσυγκράτησις».

Εντελώς ανενόχλητα προσπαθούσαν να προσεγγίσουν την ακτή και τα πρώτα αποβατικά. Αρχικά πέντε μικρά σκάφη προσπάθησαν ανεπιτυχώς να προσορμιστούν στην ακτή της Γλυκιώτισσας, δύο μίλια δυτικά της Κερύνειας, η οποία όμως ήταν βραχώδης, και γι' αυτό εγκατέλειψαν την προσπάθεια, και κινούνταν παραλλήλως της ακτής αναζητώντας καταλληλότερο σημείο.

Τα αποβατικά πλοιάρια θα μπορούσαν να είχαν πληγεί μέσα στη θάλασσα ή μετά την προσάραξή τους, από τις μονάδες πυροβολικού που βρίσκονταν στην περιοχή. Δεν ρίχθηκε εναντίον τους ούτε ένα βλήμα.

Το τουρκικό αποβατικό απόσπασμα άρχισε να αποβιβάζεται στο Πέντε Μίλι στις 7.15, με καθυστέρηση μιας ώρας και 45 λεπτών από τον προγραμματισμένο χρόνο, υπό την κάλυψη βολών του ναυτικού, «ακωλύτως επί δύο και πλέον ώρες, χωρίς να αντιμετωπίζουν καμιά αντίδραση εκ μέρους της Εθνικής Φρουράς.Δεν ερρίφθη εναντίον τους ούτε ένας πυροβολισμός». Η πρώτη αποβατική δύναμη αποτελείτο από 1.500 άντρες του 6ου Συντάγματος Πεζοναυτών και μαζί τους αποβιβάστηκαν στην ακτή 15 άρματα Μ 47 και 15 οχήματα μεταφοράς προσωπικού Μ113.

Επιτελείο αμηχανίας

Η τουρκική εισβολή αιφνιδίασε την πραξικοπηματική κυβέρνηση του Σαμψών, η οποία βρέθηκε εντελώς απροετοίμαστη και αποδείχτηκε ανίκανη να αντεπεξέλθει. Η Κύπρος ξύπνησε από τον τρομακτικό θόρυβο της τουρκικής πολεμικής αεροπορίας, αλλά δεν γνώριζε τι συνέβαινε. Μιάμιση ώρα μετά την έναρξη των βομβαρδισμών, το ΡΙΚ μετέδιδε κανονικό πρόγραμμα, και συγκεκριμένα πρωινή γυμναστική, ενώ ο τουρκοκυπριακός ραδιοφωνικός σταθμός Μπαϊράκ μετέδιδε στρατιωτικά εμβατήρια από τις δύο τα χαράματα. Στις 6.30 το πρωί, το ΡΙΚ διέκοψε το πρόγραμμά του και άρχισε να μεταδίδει στρατιωτικά εμβατήρια, ενώ πολύ αργότερα άρχισε να καλεί τους πολίτες που ήταν σε θέση να χρησιμοποιούν όπλα να σπεύσουν προς κατάταξη στις μονάδες της Εθνικής Φρουράς.

Στο ΓΕΕΦ, η πραξικοπηματική ηγεσία της Εθνικής Φρουράς παρακολουθούσε αμήχανη από το παράθυρο του γραφείου του Γεωργίτση τους αλεξιπτωτιστές που έπεφταν στο θύλακα Λευκωσίας. 

Ο επιτελάρχης Γιαννακόδημος βρισκόταν σε συνεχή επικοινωνία με το Αρχηγείο Ενόπλων Δυνάμεων (ΑΕΔ), μέσω της θερμής γραμμής που είχε εγκατασταθεί για τις ανάγκες του πραξικοπήματος, και ζητούσε οδηγίες για να εκδοθεί διαταγή αντίστασης. Επειδή η διαταγή καθυστερούσε, έβγαλε το ακουστικό του τηλεφώνου έξω από το παράθυρο, ώστε να ακούσουν στηνΑθήνα τις εκρήξεις από τους βομβαρδισμούς των τουρκικών αεροσκαφών, για να πειστούν ότι επρόκειτο για πόλεμο και όχι για άσκηση. Ο αντιπλοίαρχος Νικολόπουλος, αξιωματικός πληροφοριών του ναυτικού στο ΑΕΔ, στον οποίο κατέληγαν όλα τα μηνύματα για τις δραστηριότητες του τουρκικού στόλου, μαρτυρεί ότι «περί ώραν 06.00 λόγω του ΚΑΤΕΠΕΙΓΟΝΤΟΣ ως Αξιωματικός επί των πληροφοριών απευθύνθην εις τον Στρ. Γρ. ΜΠΟΝΑΝΟΝ και του εζήτησα να διατάξη την διασποράν των πλοίων του Στόλου μας. Εκείνος εις απάντησιν μου είπεν το εξής τραγικόν: "Οι Τούρκοι κτυπούν την ΚΥΠΡΟ και εμείς είμαστε ΕΛΛΑΣ"».

Η αδιαφορία του ΑΕΔ προκάλεσε την οργή του επιτελάρχη του ΓΕΕΦ, ο οποίος «έκλεισε εν οργή το ακουστικόν και απευθυνόμενος προς τους παρευρισκομένους αξιωματικούς είπεν: "Αυτοί επάνω δεν ξέρουν τι τους γίνεται, πέστε να αμυνθούμεν δι' όλων των μέσων"». Τελικά, η Εθνική Φρουρά εξέδωσε διαταγή για απόκρουση της εισβολής δύο και πλέον ώρες μετά την έναρξή της. 

Ηταν ήδη πάρα πολύ αργά...,

Κύπρος 1974, σκέψεις και συμπεράσματα, Κώστας Δημητριαδης,